Σοβαρό ζήτημα για την προστασία των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου εγείρεται από την προκήρυξη της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων για την αδειοδότηση με δημοπρασία του παρόχου δικτύου, που θα διεξαχθεί στις 30 Ιανουαρίου 2014.
Η προηγούμενη διοίκηση της ΕΕΤΤ στον 7.1.1. όρο της προκήρυξης που συνέταξε προβλέπει πως, αν παρουσιαστεί μόνο ένας ενδιαφερόμενος στη δημοπρασία, λαμβάνει όλα τα δικαιώματα των ψηφιακών συχνοτήτων καταβάλλοντας μόνο την τιμή εκκίνησης και η διαδικασία δεν πραγματοποιείται:
«Εάν στο στάδιο προεπιλογής έχει προεπιλεγεί μόνο ένας συμμετέχων, ο οποίος σύμφωνα με την εγγυητική επιστολή συμμετοχής που έχει καταθέσει ενδιαφέρεται για τη χορήγηση του ενός δικαιώματος συχνοτήτων εθνικής κάλυψης, η ΕΕΤΤ με απόφασή της, χωρίς τη διεξαγωγή της δημοπρασίας, ανακηρύσσει αυτόν υπερθεματιστή για το ένα (1) δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων εθνικής κάλυψης και τα δεκατρία (13) δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων περιφερειακής κάλυψης με εκπλειστηρίασμα το άθροισμα των τιμών εκκίνησης που ορίζονται στους Πίνακες 7.1 και 7.2, και το εκπλειστηρίασμα καταβάλλεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 8.2.1 σημείο 1 ή σημείο 3, ανάλογα με την επιλογή του συμμετέχοντος».
Η διάταξη αυτή καταργεί στην πράξη την ίδια την έννοια της δημοπρασίας, η οποία έχει στόχο την επιδίωξη υψηλότερου τιμήματος προς όφελος του Δημοσίου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η προηγούμενη διοίκηση της ΕΕΤΤ φαίνεται να άφησε ένα «παράθυρο» ώστε μία και μόνη εταιρεία πληρώνοντας συνολικά 18,3 εκατ. ευρώ σε διάστημα 15 ετών να αποκτήσει το προκηρυσσόμενο τμήμα του φάσματος. Η ευθύνη της νέας διοίκησης της ΕΕΤΤ και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υποδομών είναι σημαντική, καθώς έχουν τη δυνατότητα να διατυπώσουν εκ νέου τους όρους της δημοπρασίας.