Η πάγια ελληνική πολιτική των διαπλεκόμενων σχέσεων επαναλαμβάνεται για μία ακόμη φορά στην ψηφιακή εκδοχή της ιδιωτικής τηλεόρασης. Όπως είναι γνωστό, στο παραπέντε του 2013 η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών προκήρυξε τον διαγωνισμό για την παραχώρηση του σπάνιου πόρου των ψηφιακών συχνοτήτων, με κύριο διεκδικητή την εταιρεία της Digea, στην οποία μετέχουν ως μέτοχοι τα τηλεοπτικά συγκροτήματα της χώρας, που έχουν ιδιοκτήτες τα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα. Αυτά που το 1991 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης χαρακτήρισε «διαπλεκόμενα».
Είκοσι δύο χρόνια μετά, η ιδιωτική τηλεόραση παραμένει το βασικό όχημα της οικονομικής και πολιτικής διαπλοκής και ετοιμάζεται για το νέο της άλμα, να πάρει τις ψηφιακές συχνότητες, που θα καθορίσουν το μέλλον της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας για τους πολίτες. Δύο γεγονότα έχουν καθοριστική σημασία στη διαδικασία που ανακοινώθηκε. Το πρώτο ότι οι μέτοχοι-καναλάρχες της Digea, που είναι παράλληλα και οι βέβαιοι πελάτες της εταιρείας, δεν κατέχουν νόμιμες άδειες λειτουργίας. Αντιθέτως, το πολιτικό σύστημα, ύστερα από μια δυο δραματικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες, έδωσε και πάλι ψήφο εμπιστοσύνης στο καθεστώς της προσωρινής αδειοδότησης για να εισέλθουν στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση. Η ασφαλιστική, υποτίθεται, δικλίδα για το πολιτικό σύστημα είναι πως η κυβέρνηση αποδέχθηκε να ορίσει ως τελική ημερομηνία νόμιμης χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών στα ιδιωτικά κανάλια την 30ή Ιουνίου 2014! Δηλαδή, με απλά λόγια, εν μέσω προεκλογικής περιόδου για τις ευρωεκλογές και τις δημοτικές εκλογές, η κυβέρνηση λέει πως θα ανοίξει το ζήτημα της χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών.