Ανακοίνωση ΠΟΣΠΕΡΤ
Περιήλθε στη γνώση μας το άρθρο του κ. Ριχάρδου Σωμερίτη, “Ποιος φοβάται την ΕΡΤ;”, στο οποίο έχουμε να κάνουμε τα εξής σχόλια: Συμφωνούμε με όσα ο κ. Σωμερίτης διατυπώνει. Ένα σημείο όμως που μας πονάει και θέλουμε να σταθούμε, είναι το θέμα της συνδιοίκησης. Όντως οι συνδικαλιστές της Π.Ο.Σ.Π.Ε.Ρ.Τ. είχαν κακό παρελθόν σε αυτή τη απαράδεκτη τακτική. Όμως ας μη ξεχνάμε ότι πολλές φορές η συνδιοίκηση δεν προκύπτει μόνον από την αρχομανία των συνδικαλιστών, αλλά και από τη διάθεση των εργαζομένων να αποκτήσουν οφέλη που δεν δικαιούνται και πιέζουν για αυτό το συνδικάτο. Κακώς, κάκιστα. Αυτή όμως είναι η αλήθεια και οφείλουμε να την πούμε, χωρίς να ξεχνάμε την ανεπάρκεια των εκάστοτε διοικήσεων. Όπως αλήθεια είναι επίσης, ότι η παρούσα ηγεσία της ομοσπονδίας καταβάλει πραγματικά φιλότιμες προσπάθειες για να πάψει να υπάρχει αυτό το φαινόμενο, που ευτελίζει κάθε έννοια του ευ συνδικαλίζεσθαι. Άλλωστε είναι η πρώτη που κατήγγειλε και τα φαινόμενα αδιαφάνειας, ρουσφετολογίας και κατασπατάλησης το δημοσίου χρήματος.
Ακολουθεί το άρθρο του κ. Ριχάρδου Σωμερίτη.
Ποιος φοβάται την ΕΡΤ;
Είναι σαφές ότι οι ιδιώτες που νέμονται όπως τις νέμονται τις δημόσιες συχνότητες πολύ θα ήθελαν να απαλλαγούν και από τη δημόσια ραδιοτηλεόραση. Πρωταγωνιστεί σε αυτή την επιδίωξη, από χρόνια, το συγκρότημα Αλαφούζο (που διάλεξε ο κ. Μόσιαλος για τις πρώτες επιθέσεις του εναντίον της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης): το ενοχλεί ίσως που η ΕΡΤ μεταδίδει ποδόσφαιρο, το ενοχλεί που μεταδίδει ντοκυμαντέρ και άλλα πολλά. Το παράδοξο είναι ότι το συγκρότημα Αλαφούζου περιλαμβάνει στα στελέχη του δύο πρώην προέδρους της ΕΡΤ, έναν καλό, τον Άγγελο Στάγκο, και έναν άλλο, τον Παναγόπουλο, που την περίπτωσή του για τα «διαχειριστικά» την εξετάζει η ελληνική δικαιοσύνη. Επιπλέον η ΕΡΤ ήταν αρκετά καλή για πολλά πρώην άλλα και νυν στελέχη του ίδιου συγκροτήματος που εξασφάλισαν εκπομπές και οφίτσια. Το αν αυτό είναι καλό ή κακό εξαρτάται από το αποτέλεσμα και από τη γνώμη του καθένα για το αποτέλεσμα. Η δική μου είναι αρνητική.
Την ΕΡΤ την «καταδιώκουν» από χρόνια και πολλοί άλλοι με κάθε λογής πραγματικά και άλλα κατασκευασμένα επιχειρήματα και κυρίως για το περίφημο «χαράτσι» αλλά αυτό που τους ενδιαφέρει, κυρίως σήμερα με την κρίση, είναι το όποιο διαφημιστικό έσοδο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, ίσως οι συχνότητας της, σίγουρα η νέες τεχνολογίες που αναπτύσσονται. Επειδή για τον καθένα μας το «χαράτσι» αυτό είναι μικρό (4,25 ευρώ), μας ενημερώνουν για το συγκεντρωτικό ποσό που τελικά αντιπροσωπεύει (300 τόσα εκατομμύρια) ώστε να τρομάξουμε.
Δεν μας εξηγούν όμως ότι η ΕΡΤ έχει φορτωθεί με διεθνείς υποχρεώσεις, ότι οφείλει να είναι παρούσα παγκόσμια, ότι συντηρεί ορχήστρες, χρηματοδοτεί κινηματογραφικές παραγωγές και τόσα άλλα. Δεν μας εξηγούν ποτέ ότι πολύ βαρύτερο είναι το ραδιοτηλεοπτικό «χαράτσι» σε όλη την Ευρώπη όπως μας κρύβουν ότι δημόσια τηλεόραση υπάρχει και στον φιλελεύθερο παράδεισό τους, τις Ηνωμένες Πολιτείες όπου φυσικά πάλι οι πολίτες την χρηματοδοτούν είτε την παρακολουθούν είτε όχι. Όπως παντού αλλού. Και η «καλή τους πίστη» προβάλλεται ανάγλυφη όταν υπενθυμίζουν ότι η Μελίνα είχε κραυγάσει το «δεν πληρώνω» για την ΕΡΤ σε μια εποχή όμως που η ΕΡΤ ήταν μόνη, αφόρητα κυβερνητική και απέκλειε κάθε άλλη φωνή.
Η θεωρία για το χαράτσι, το «άδικο και το απαράδεκτο» που προώθησε και ο κ.Μόσιαλος (δεν ζεις στην Βρετανία του Μπλέρ, διαδόχου της Θάτσερ, χωρίς συνέπειες), γνώστης θεμάτων που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση νοσοκομείων, η θεωρία αυτή λοιπόν είναι κακόγουστη και λανθασμένη γιατί και τους ιδιωτικούς ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς ο κακομοίρης ο λαός τους χρηματοδοτεί χωρίς καν να το ξέρει: γιατί δεν πληρώνουν οι καναλάρχες στο κράτος όσα θα έπρεπε να πληρώνουν και γιατί οι εταιρείες που διαφημίζονται διαμέσου των «ελεύθερων» σταθμών φυσικά και προσθέτουν στις λιανικές τιμές τους και το κόστος αυτής της διαφήμισης. Έτσι κάθε φορά που σας παραμυθιάζει ο Αυτιάς ή ο Χατζηνικολάου ή ο Πορτοσάλτε ή κάποιος άλλος ή κάποια άλλη σας αφαιρεί και από μια καλή κουταλιά γιαούρτη ή κάποια μακαρόνια. Θα μπορούσα να προσθέσω και τα όσα λένε για τις «διαπλοκές». Περιττό: δεν χρειάζεται, όλοι θα έπρεπε να τις γνωρίζουν, έχοντας μάτια και αφτιά!
Με όλα τούτα, η ΕΡΤ πότε πάει κάπως καλά και πότε σαφώς χειρότερα. Πότε έχει σημαντική ακροαματικότητα και πότε όχι. Πότε μυρίζει σκάνδαλο μόλις περάσεις τον Χολαργό και πότε όχι. Γιατί;
Πρώτος λόγος: την διοικούν παραδοσιακά άνθρωποι της επιλογής της εξουσίας που αξιώνει να έχει το πάνω χέρι και μάλιστα χωρίς να φαίνεται. Άνθρωποι πότε καλοί ή έστω ανεκτοί και πότε όχι.
Δεύτερος λόγος: η ΠΟΣΠΕΡΤ. Ναι, η συνδικαλιστική οργάνωση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Που ασκεί διοίκηση και ελέγχει τα πάντα γιατί οι διοικούντες δεν τολμούν να της πούνε όχι. Ακόμα και όταν «συνδικαλιστές» φροντίζουν να διορίζουν συγχωριανούς τους – έγινε και αυτό παλαιότερα με αιτιολογικό ότι έτσι κάνουν και οι αρμόδιοι υπουργοί. Η ΔΕΗ έχει έναν Φωτόπουλο. Η ΕΡΤ έχει πολλούς Τηλεόπουλους. Αλλά και πάνω από τρεις χιλιάδες μισθωτούς που όχι λίγοι από αυτούς είναι πανάξιοι. Ακόμα και αν συχνά ασφυκτιούν.
Τώρα, από εβδομάδες, η ΠΟΣΠΕΡΤ απεργεί (και, ναι, υπάρχει μέγα θέμα για το ΔΣ της ΕΡΤ με το πόσοι απεργούν και πόσοι πληρώνονται ενώ δεν απεργούν) ενώ ίσως κρίνεται η τύχη της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, συμβάλλοντας έτσι, κυρίως, στη καλλιέργεια εχθρικού κλίματος. Το ίδιο είχε κάνει και το 1989 με αποτέλεσμα το κοινό να υποδεχτεί τα δήθεν «ελεύθερα» κανάλια με ανακούφιση και να χάσει μέσα σε λίγες εβδομάδες η ΕΡΤ τους περισσότερους τηλεθεατές της. Όπως λίγο προηγούμενα τα ραδιόφωνα της ΕΡΤ είχαν χάσει τους ακροατές τους γιατί οι «αρχές» τα κρατούσαν πολιτικά δέσμια.
Αυτό επιτρέπει σε πολλούς αρθρογράφους να γράφουν τα όσα γράφουν. Καλά όμως αυτοί: για ποιόν δουλεύει όμως η ΠΟΣΠΕΡΤ και παρεμπιπτόντως η ΕΣΗΕΑ, που επέκτειναν πρόσφατα την απεργιομανία τους σε όλο τον δημόσιο τομέα κι ας μην έχουν πια, οι δημοσιογράφοι τουλάχιστον, τα ίδια σοβαρά προβλήματα με πριν όπως ήταν η μετατροπή τους (άλλη τρελή ιστορία και αυτή) σε δημόσιους υπαλλήλους;
Η ΕΡΤ αξίζει σοβαρή και σε βάθος συζήτηση. Για τους στόχους της, για την οργάνωσή της (Ραδιόφωνα και Τηλεοράσεις) για τον ρόλο κυρίως της ΕΡΑ στην περιφέρεια. Αυτό που δεν αξίζει είναι κάθε τόσο η όποια εξουσία, όταν ΟΛΕΣ ευθύνονται για την επιλογή των υπευθύνων της και συχνά του προσωπικού της αλλά και για το ύψος του «χαρατσιού», να έρχεται σαν γιατρός-τιμωρός αυτοσχεδιάζοντας συχνά ελάχιστα «αθώες» λύσεις – και να η νέα τεράστια διαπλοκή με τον σε υπαρξιακή κρίση ιδιωτικό ραδιοτηλεοπτικό τομέα – χωρίς περίσκεψη, συχνά χωρίς αιδώ και πάντως χωρίς μέλλον.-