Με μια «ρουκέτα» 40 εκατ. ευρώ ξεκίνησε η κυβέρνηση τη διαπραγμάτευση με την «τρόικα» εσωτερικού. Ο Νίκος Παππάς, υλοποιώντας την κυβερνητική πολιτική, άνοιξε τον γύρο της «διαβούλευσης» με τους ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών σταθμών διεκδικώντας το ποσόν των 40 εκατ. ευρώ για τα τέλη χρήσης φάσματος της τελευταίας τετραετίας. Παράλληλα, κατέθεσε το σχέδιο νόμου για την ΕΡΤ και ζήτησε από τους ιδιοκτήτες συνολικά 350 εκατ. ευρώ για τις νέες άδειες.
Με την κίνηση αυτή απάντησε στην ενορχηστρωμένη επίθεση που δέχθηκε η κυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες από τους ομίλους των ΜΜΕ για τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και προκάλεσε ένα σοβαρό πολιτικό πλήγμα στον Αντώνη Σαμαρά. Όχι μόνο ο πρώην πρωθυπουργός δεν είχε δώσει την οδηγία για την είσπραξη των 40 εκατ. ευρώ αλλά και η -διορισμένη από τον πρώην υπουργό Υποδομών Μιχάλη Χρυσοχοΐδη- ΕΕΤΤ συνήψε συμφωνία με την Digea, την εταιρεία των σταθμών εθνικής εμβέλειας, ύψους… 18,3 εκατ. ευρώ, για 15 χρόνια, για το σύνολο των ψηφιακών συχνοτήτων της χώρας. Η διαφορά είναι τεραστίων διαστάσεων.
Το ποσό που καταλογίστηκε για τα έτη 2011 – 2014 είναι συνολικού ύψους 40.804.445 ευρώ και αν δεν ρυθμιστεί θα οδηγήσει σε λουκέτα. Από τους σταθμούς εθνικής εμβέλειας το Mega θα κληθεί να πληρώσει -αν και στους ισολογισμούς του δηλώνει πως έχει καταβάλει τα ποσά- 7.403.900 ευρώ, ο ΑΝΤ1 6.498.082 ευρώ, ο Alpha 3.970.132 ευρώ, το Star 3.903.305 ευρώ, ο ΣΚΑΪ 2.120.672 ευρώ, το Telecity 121.648 ευρώ, το Μακεδονία TV 61.773 ευρώ, το E-TV 56.564 ευρώ και το Channel Nine -αν και δεν είναι εθνικής εμβέλειας- 14.554 ευρώ. Η Nova έχει το μεγαλύτερο βάρος με 16.328.654 ευρώ, ενώ ο ΟΤΕ θα κληθεί να καταβάλει 325.158 ευρώ.
Ειδικά στην περίπτωση της Nova, η Forthnet ισχυρίζεται πως έχει καταβάλει στο Ελληνικό Δημόσιο μέχρι σήμερα 77.452.851,20 ευρώ, τόσο για τη δορυφορική εκπομπή όσο και για τη χρήση των επίγειων συχνοτήτων. Σημειώνει, δε, ότι μέχρι σήμερα έχει εκπληρώσει στο ακέραιο κάθε υποχρέωση προς το Ελληνικό Δημόσιο για τη χρήση των συχνοτήτων, ενώ διευκρινίζει ότι ο υπολογισμός του ποσού είναι λανθασμένος, καθώς το ποσοστό του οικονομικού ανταλλάγματος έχει περιοριστεί κατ’ ανώτατο όριο από 3,5% σε 3% με βάση τον ν. 4070/2012.