Σε άμεση ετοιμότητα και επαγρύπνηση καλεί το Διοικητικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ) όλους τους εργαζόμενους στα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, μετά την έωλη και επιδερμική «Μελέτη Αξιολόγησης Ανταγωνισμού» του ΟΟΣΑ, με κυβερνητική παραγγελία.
Την ώρα που το ελληνικό δημόσιο έχει κηρύξει στάση πληρωμών, το υπουργείο Ανάπτυξης πλήρωσε στον ΟΟΣΑ σχεδόν 1 εκατ. ευρώ για να … μάθει ήδη γνωστά πράγματα, με τους όρους της ανάλυσης της «αγοράς», όπως π.χ. «οι περιορισμοί που κρατούν ψηλά τις τιμές στην ελληνική αγορά»!
Η «Μελέτη Αξιολόγησης Ανταγωνισμού» που παρουσιάστηκε πρόσφατα και απηχεί τις θέσεις εκείνων που σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται για τη σημερινή ζοφερή κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας, στόχο έχει να αποτελέσει το άλλοθι κάποιων κυβερνητικών για την ακραίας μορφής επέλαση που ετοιμάζουν, ισοπεδώνοντας τα πάντα. Όλα θα γίνουν στο όνομα της Ανάπτυξης…! Χρειαζόταν ο βαρύγδουπος τίτλος του ΟΟΣΑ και 1 εκατ. ευρώ, για να …ενισχυθούν τα ήδη γνωστά ιδεολογήματα του μεγάλων εργοδοτικών οργανώσεων και των πολυεθνικών, που λένε ότι για την ακρίβεια φταίνε …οι νόμοι (οι 550 νομοθετικοί περιορισμοί);
Κατά παραγγελία λοιπόν της κυβέρνησης εκπονήθηκε από τον ΟΟΣΑ έκθεση για θέματα ανταγωνισμού.
Η έκθεση, όπως ήδη έχουν καταγγείλει δημοσίως ακόμα και μέλη της ίδιας της κυβέρνησης, είναι επιδερμική και ουσιαστικά προάγει ντόπια και ξένα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα εις βάρος των παραγωγών, της παραγωγικής διαδικασίας και του ελληνικού λαού.
Η έκθεση είναι επιδερμική, διότι καθόλου και με κανένα τρόπο δεν λαμβάνει υπόψη της ουσιώδη στοιχεία για την διαμόρφωση των τιμών όπως:
* Το εξωφρενικό κόστος παραγωγής που έχουν επιβάλει η κυβέρνηση και τα μεγάλα συμφέροντα (καύσιμα, φορολογία κ.λπ.).
* Την δράση των καρτέλ, των πολυεθνικών και ημεδαπών ιδιωτικών ολιγοπωλίων και μονοπωλίων και των κυκλωμάτων μεσαζόντων.
Παράλληλα, απουσιάζει τελείως ο ποιοτικός παράγοντας ως παράγοντας ουσιαστικής οικονομικής ανάπτυξης, που σήμερα -περισσότερο από ποτέ- είναι μονόδρομος για τη χώρα. Αντίθετα, μάλιστα σε πολλές «προτάσεις» ο ποιοτικός παράγοντας των ελληνικών προϊόντων υποβαθμίζεται, προσβάλλεται, εκμηδενίζεται.
Την ίδια ώρα, στην έκθεση δεν θίγεται στο ελάχιστο το ζήτημα της μειωμένης παραγωγής στην χώρα και των παραγόντων που την κρατούν στο ναδίρ, αλλά επιχειρείται η ανταγωνιστική προσπέλαση εισαγόμενων προϊόντων, ήτοι περαιτέρω αύξηση του τραγικού ελλείμματος εισαγωγών – εξαγωγών της χώρας.
Το ουσιαστικό αποτέλεσμα της έκθεσης σε κάθε τομέα αναφοράς της, έχει δύο πολύ καλά αποκρυπτόμενους σκοπούς :
* Να ευνοήσει τους λίγους ισχυρούς κάθε κλάδου (ουσιαστικά προβάλλει και προσπαθεί να επικυρώσει ήδη εκπεφρασμένες αξιώσεις τους) και αυτό σε βάρος μιας σειράς μικρομεσαίων Ελλήνων παραγωγών και μεταποιητών (π.χ. κτηνοτρόφοι, αρτοποιοί, σιτοπαραγωγοί).
* Να ανοίξει την πόρτα και την όρεξη των ξένων συμφερόντων για να μετατρέψουν τομείς παραγωγής και εμπορίας σε τομείς αφαίμαξης.
Σε όλους τους τομείς με τους οποίους καταπιάνεται η έκθεση, υπάρχει σκόπιμα επιδερμική ανάλυση, που με το «έτσι θέλω» αγνοεί την ουσία των προβλημάτων. Μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις όπως ήδη έχουν καταγγείλει Επιμελητήρια και οργανώσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προκειμένου να τεκμηριωθούν διάφορες ακραίες παρεμβάσεις χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και διατάξεις νόμων που ήδη έχουν καταργηθεί!
Στο πλαίσιο αυτό γίνεται ξεχωριστή αναφορά και στο αγγελιόσημο, την οιωνεί εργοδοτική εισφορά στο χώρο των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας (ΜΜΕ). Η πρόταση για την κατάργηση του αγγελιοσήμου (πρόταση ορισμένων εκπροσώπων μεγάλων επιχειρήσεων με τους οποίους έχει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας το υπουργείο Ανάπτυξης, ορισμένων εργοδοτών των ΜΜΕ και των διαφημιστών), όσο αυτονόητη και εάν επιχειρείται να παρουσιαστεί, αποκρύπτει ότι: Το αγγελιόσημο, δεν συνιστά ούτε εύνοια ούτε προνόμιο προς τους εργαζόμενους στα ΜΜΕ, αλλά είναι η εργοδοτική εισφορά και η κρατική επιχορήγηση που ΔΕΝ λαμβάνουν από τους εργοδότες και το Κράτος, ούτε το ΕΤΑΠ ΜΜΕ ούτε και ο ΕΔΟΕΑΠ (δεν έχουν λάβει ποτέ ούτε ένα ευρώ).
Είναι δε τουλάχιστον ύποπτο να περιλαμβάνονται τα Ταμεία Τύπου στην έκθεση του ΟΟΣΑ, με την προτροπή μάλιστα της συγχώνευσής τους με το ΙΚΑ και τον ΕΟΠΥΥ, όταν:
* Τα Ταμεία του Τύπου δεν είναι κρατικοδίαιτα όπως ο ΕΟΠΥΥ.
* Οι εργοδότες των ΜΜΕ δεν καταβάλουν ασφαλιστικές εισφορές .
* Η Πολιτεία δεν τα χρηματοδοτεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Οι εργαζόμενοι πληρώνουν μόνοι τους για την Περίθαλψή τους, καθώς Πολιτεία και εργοδότες έχουν μετακυλήσει στο Αγγελιόσημο την από το Σύνταγμα υποχρέωσή τους για την Ασφάλιση των εργαζομένων στα ΜΜΕ.
* Δεν επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει πως εάν όλοι οι εργαζόμενοι – ασφαλισμένοι στα Ταμεία Τύπου μεταφερθούν στον ΕΟΠΥΥ, το βάρος της περίθαλψής τους θα επιβαρύνει όλους τους Έλληνες φορολογούμενους.
* Ως φορολογούμενοι πολίτες οι δημοσιογράφοι, οι διοικητικοί υπάλληλοι και όλοι οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ, πληρώνουν τη χρηματοδότηση του ΕΣΥ και του ΕΟΠΥΥ, χωρίς να κάνουν χρήση των υπηρεσιών τους, με εξαίρεση τους συναδέλφους μας της ΕΣΠΗΤ και άλλων Ενώσεων, τους οποίους κακώς η κυβέρνηση ενέταξε βιαίως στον ΕΟΠΥΥ, σε μια προσπάθεια υφαρπαγής των αποθεματικών των ταμείων τους.
Οι άνθρωποι των ΜΜΕ αποτελούν κομμάτι της σφοδρά πληττόμενης ελληνικής κοινωνίας και βασανίζονται όπως όλοι οι Έλληνες από την κρίση, με τα ποσοστά της ανεργίας στον κλάδο να πλησιάζουν το 40% και να είναι τα μεγαλύτερα από κάθε άλλο κλάδο. Χωρίς ΣΣΕ, με τις απολύσεις να είναι σε ημερήσια διάταξη, με το καθεστώς της παύσης πληρωμών να κυριαρχεί σε όλο το φάσμα των επιχειρήσεων Τύπου, με τη ληστεία των αποθεματικών των Ταμείων Τύπου, το Αγγελιόσημο είναι η μόνη πηγή στήριξης της ασφάλισης και της περίθαλψής τους.
Η επιβεβλημένη επέκταση του Αγγελιοσήμου και στα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης, προκειμένου να σταματήσει η σημερινή κλοπή του, είναι η μόνη ρύθμιση που μπορούν να αποδεχτούν οι εργαζόμενοι των ΜΜΕ.
Οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση θα μας βρει όλους απέναντι και θα αποτελεί «αιτία πολέμου».
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΠΟΕΣΥ
Με την παράκληση να αναρτηθεί, να μεταδοθεί και να δημοσιευθεί.