Τα ΜΜΕ τού φταίνε του κ. Τάσου Γιαννίτση, του πολύ ευνοημένου από το πολιτικό σύστημα και κυρίως από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, που αν και ποτέ δεν πέρασε από τη βάσανο της κάλπης και δεν είχε το ok του λαού κατέλαβε υπουργικές θέσεις και άλλα υψηλά αξιώματα.
Ισχυρίζεται ότι τα ΜΜΕ εμπόδισαν την ασφαλιστική μεταρρύθμιση με το σχετικό νομοσχέδιο που είχε ετοιμάσει ως υπουργός Εργασίας, διατυπώνοντας τη βαρύτατη καταγγελία ότι «στήριξαν συμμαχίες με πολιτικές δυνάμεις και μηχανισμούς εξουσίας, διασφαλίζοντας άλλα οφέλη»!
Πρόκειται για πάρα πολύ βαριά καταγγελία. Ο κ. Γιαννίτσης δεν μπορεί να μιλάει με γενικολογίες και να βάζει στο τσουβάλι όλες τις εφημερίδες, τα κανάλια και τα υπόλοιπα ΜΜΕ. Θα πρέπει να μιλήσει συγκεκριμένα, με ονόματα, να πει ποια είναι τα ΜΜΕ που είχαν συνάψει τότε συμμαχίες με μηχανισμούς εξουσίας για να αποκομίσουν οφέλη.
Ο κ. Γιαννίτσης έχει καταγραφεί ως έντιμος άνδρας, γι’ αυτό και έχει χρέος να αποκαλύψει ποια ήταν αυτά τα ΜΜΕ. Δεν μπορεί να ρίχνει λάσπη που πέφτει αδιακρίτως σε όλους εκείνους που ασχολούνται με τα ΜΜΕ. Ελπίζουμε ότι θα έχει το θάρρος και την τόλμη να αποσαφηνίσει τα δικά του γραπτά. Και για να μην υπάρχει η παραμικρή υποψία ότι δεν τα είπε όπως τα γράφουμε, ιδού το σχετικό απόσπασμα από το άρθρο του στην «Καθημερινή» την προπερασμένη Κυριακή:
«Ο ρόλος των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας ήταν πολύ σημαντικός και προβληματικός. Στην περίπτωση τόσο του ασφαλιστικού όσο και της δημοσιονομικής κρίσης, τα ΜΜΕ στη συντριπτική πλειονότητά τους στήριξαν εμφατικά, συστηματικά και χωρίς δισταγμούς τις λαϊκίστικες τοποθετήσεις και πρόβαλαν μαζικά απόψεις που θεωρούσαν λανθασμένη κάθε πρόταση αντιμετώπισης του προβλήματος. Το μήνυμα ήταν ότι όλα έπρεπε να συνεχίσουν όπως ήσαν πριν. Έτσι, συνέβαλαν και από την πλευρά τους καθοριστικά στην επιδείνωση των όρων επιτυχίας μιας πολιτικής αντιμετώπισης των προβλημάτων. Στην ουσία στήριζαν τη διάχυση εμφανώς ‘‘μη ορθολογικών’’ στοιχείων στις κοινωνικές προσδοκίες και εκτιμήσεις για τον κίνδυνο από ειδικά προβλήματα, διευρύνοντας το χάσμα μεταξύ αντιλήψεων και πραγματικότητας. Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι, σε μια σύγκρουση για την κατανομή του κόστους των κινδύνων, και τα ΜΜΕ είχαν κάθε φορά ιδιαίτερους λόγους να επιλέξουν τέτοιες στρατηγικές επικοινώνησης του κινδύνου. Ειδικότερα, στο ασφαλιστικό θίγονταν εξαιρετικά άνισες και προνομιακές ρυθμίσεις υπέρ εργοδοτών και εργαζομένων στα ΜΜΕ, που είχαν εξασφαλιστεί με πολιτικές αποφάσεις, ενώ στη δημοσιονομική κρίση η αντιμετώπιση του κινδύνου έθιγε τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή, περιόριζε τις δυνατότητες χρηματοδότησης ελλειμματικών φορέων και, γενικότερα, έθετε σε κίνδυνο ολόκληρο το σαθρό πρότυπο λειτουργίας της οικονομίας, που κλόνιζε και τη δική τους υπόσταση. Όμως αυτά δεν θα μπορούσαν να είναι μια πλήρης εξήγηση. Θεωρώ ότι η συμπόρευση με τις αντιλήψεις που είχαν συστηματικά εμπεδωθεί στο παρελθόν απέβλεπε σε μια φαινομενικά φιλολαϊκή εικόνα, που σχετιζόταν με οικονομικές παραμέτρους, αλλά κυρίως στήριζε τις συμμαχίες με πολιτικές δυνάμεις και μηχανισμούς εξουσίας, διασφαλίζοντας άλλα οφέλη (…)».