Μία ακόμη παταγώδης αποτυχία για την κυβέρνηση και το υπουργείο Μεταφορών. Παρά τις δύο παρατάσεις που ζήτησε και πήρε η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη χορήγηση του ψηφιακού μερίσματος στις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, μία το 2012 και μία το 2013, προβλέπεται να ζητήσει και τρίτη!
Συγκεκριμένα, είχε δεσμευθεί προς την Κομισιόν πως την 1η Νοεμβρίου 2014 θα είχε αποδοθεί το ψηφιακό μέρισμα -οι συχνότητες, δηλαδή, των UHF που απελευθερώνονται από την τηλεοπτική ψηφιακή μετάβαση- στην κινητή τηλεφωνία, κάτι που θα εξασφάλιζε έσοδα για τον κρατικό προϋπολογισμό ύψους 300 εκατ. ευρώ. Η δέσμευση αυτή έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της «τρόικας» χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση ως επιχείρημα για να δοθούν όλες οι άλλες ψηφιακές συχνότητες στην κοινή εταιρεία των τηλεοπτικών καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας, την Digea, με τον «φωτογραφικό» διαγωνισμό της ΕΕΤΤ. Λίγες ημέρες όμως πριν από τη λήξη της δημόσιας διαβούλευσης για το ψηφιακό μέρισμα, στην οποία η ΕΕΤΤ δεν καθόρισε κατώτατο τίμημα, κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, έγινε γνωστό πως θα ζητηθεί και νέα παράταση από την Κομισιόν, γιατί ο διαγωνισμός θα προκηρυχθεί το φθινόπωρο και το ψηφιακό μέρισμα θα δοθεί μετά τον Νοέμβριο του 2014.
Όλα τα παραπάνω συμπληρώνουν το παζλ της απίστευτης κοροϊδίας από την πολιτική ηγεσία των αρμόδιων θεσμικών οργάνων της χώρας για τις ψηφιακές συχνότητες. Γιατί όλοι στην Ελλάδα γνωρίζουν πως το ψηφιακό μέρισμα δεν πρόκειται να απελευθερωθεί την 1η Νοεμβρίου 2014, αφού δεν θα έχει ολοκληρωθεί η ψηφιακή τηλεοπτική μετάβαση. Όλοι γνωρίζουν πως η μία απόφαση του υπουργείου Μεταφορών ορίζει πως η ψηφιακή τηλεόραση θα ολοκληρωθεί την 1η Οκτωβρίου 2014 και η δεύτερη πως θα ολοκληρωθεί στις 19 Νοεμβρίου. Και οι δύο αποφάσεις έχουν υπογραφές ίδιων αρμοδίων υπουργών!
Το δεύτερο σημείο της κοροϊδίας είναι η άρνηση της ΕΕΤΤ να ορίσει την κατώτατη τιμή δημοπρασίας για το ψηφιακό μέρισμα, παρόλο που έλαβε στα χέρια της τη μελέτη επανεκτίμησης της εταιρείας Mason Analysys, για την οποία πλήρωσε επιπλέον 45.000 ευρώ. Η αξία του ψηφιακού μερίσματος επαναβεβαιώθηκε στα 300 εκατ. ευρώ, όπως και το 2012, αλλά η ΕΕΤΤ δεν συμπεριέλαβε το τίμημα στη δημόσια διαβούλευση.