Ανακοίνωση ΠΟΕΣΥ -ΠΟΣΠΕΡΤ
Από την Π.Ο.Ε.ΣΥ. και την Π.Ο.Σ.Π.Ε.Ρ.Τ. κατατέθηκε στα κόμματα, στους υπουργούς και στους βουλευτές, το ακόλουθο σχέδιο με τροπολογίες, για τα Δημόσια Μέσα Ενημέρωσης:
Σχέδιο Τροπολογίας του νόμου για το ενιαίο μισθολόγιο, βαθμολόγιο,εργασιακή εφεδρεία
Στην παράγραφο 2 άρθρο 4 ν.4024/2011, μετά τη φράση «του ν.3205/2033 (Α297)» προστίθεται «και δημοσιογράφων».
Δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμοί και ανώνυμες εταιρίες που εξαιρέθηκαν με νομοθετική ρύθμιση (ΚΥΑ 10078 ΦΕΚ 492/2006) από τις διατάξεις του ν. 3429/2005 «Δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί (ΔΕΚΟ)» ΦΕΚ 314Α, δεν υπάγονται στις διατάξεις των κεφαλαίων Β’ και Γ’ του ν. 4024/2011.
Επίσης, οι προαναφερόμενοι φορείς εξαιρούνται και από την εφαρμογή της παραγράφου 20 του άρθρου 2 του ν.3899/2010.
Εργαζόμενοι με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου που απασχολούνται σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) και ανήκουν στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ κατά την έννοια της επίτευξης αυτοδιοίκητου σκοπού, εποπτείας, διορισμού και ελέγχου της διοίκησής τους δεν υπάγονται στις διατάξεις του Β’ και Γ’ κεφαλαίου του ν.4024/2011.
Στην παράγραφο 7, άρθρο 33 ν.4024/2011 προστίθεται ως περίπτωση «ΙΒ οι δημοσιογράφοι».
Ακολουθεί η αιτιολογική έκθεση.
Αιτιολογική έκθεση
1. Με τις προτεινόμενες τροπολογίες, όπως παρακάτω ειδικότερα αναφέρονται, επιδιώκεται ο εξορθολογισμός των αντιστοίχων διατάξεων των κεφαλαίων Β’ και Γ’ ν.402/2011, που αφορούν τους δημοσιογράφους και τους εν γένει εργαζόμενους σε ΕΡΤ ή ΑΠΕ, λόγω των ιδιαιτεροτήτων και ιδιομορφιών που υφίστανται στις σχέσεις εργασίας των εργαζομένων αυτών.
2 Στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 ν.4024/2011, μετά τη φράση «τον ν.3205/2003» προστίθεται «και δημοσιογράφων» (πρώτη τροπολογία). Ο λόγος της θέσπισης της διάταξης αυτής ευρίσκεται στο γεγονός της μη δυνατότητας εξομοίωσης των δημοσιογράφων με τον δημόσιο υπάλληλο. Μια τέτοια εξομοίωση, όπως αυτή που επιχειρείται με τις διατάξεις των κεφαλαίων Β’ και Γ’ ν. 4024/2011 δυναμιτίζει το κύρος και την αξιοπιστία των Δημόσιων Μέσων Ενημέρωσης. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που σε κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν έχει υιοθετηθεί ανάλογη εργασιακή σχέση για το δημοσιογραφικό δυναμικό.
Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων επισήμανε με ανακοίνωσή της τους κινδύνους που γεννά η ταύτιση αυτή, τονίζοντας μεταξύ άλλων:
«Το να εργάζεται δημοσιογράφος σε δημόσιο Μέσο Ενημέρωσης δεν σημαίνει ότι είναι δημόσιος υπάλληλος, μάλλον το αντίθετο: οι δημοσιογράφοι λογοδοτούν στο κοινό και πρέπει να διατηρούν την πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία τους από τις κυβερνήσεις. Θα ήταν εξαιρετικά κακό μήνυμα για την αξιοπιστία και την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων να ενσωματωθούν στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα… Πρέπει να διασφαλίσουμε για τους δημοσιογράφους που εργάζονται στα δημόσια ΜΜΕ την ελευθερία τους να ενημερώνουν το κοινό σε μία περίοδο που αυτό επιζητεί αξιόπιστη, νηφάλια και απροκατάληπτη Ενημέρωση. Η ελευθερία αυτή κατοχυρώνεται επίσης από την ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των δημοσιογράφων».
Τα αυτά ισχύουν γενικώς και για τις προτεινόμενες δεύτερη, τέταρτη και πέμπτη τροπολογία, συν το γεγονός ότι οι σχέσεις εργασίας των δημοσιογράφων που ασχολούνται στη Δημόσιο, τους ΟΤΑ, σε ΝΠΙΔ που ανήκουν στο Δημόσιο, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ, αλλά και των λοιπών εργαζομένων στους πλην του Δημοσίου και τους ΟΤΑ λοιπούς φορείς, ρυθμίζονται από Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, που είναι καρπός ελεύθερης διαπραγμάτευσης μεταξύ της ελληνικής πολιτείας και των εργαζομένων. Αντιστοίχως, στις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ενημέρωσης με ομοιοεπαγγελματικές επιχειρησιακές συμβάσεις. Σε αυτές καθορίζεται πλήθος θεσμικών ζητημάτων, τα οποία αποτελούν διαδοχικά βήματα στην οικοδόμηση ενός σύνθετου πλέγματος αμοιβαίων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων για εργοδότη και εργαζομένους. Ο καθορισμός του ύψους των αμοιβών είναι ζήτημα απολύτως συναρτημένο με το πλέγμα αυτό, και η βίαιη αποσύνδεσή τους, η οποία επιχειρείται με την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου:
i. Φαλκιδεύει το δικαίωμα των εργαζομένων στην ελεύθερη διαπραγμάτευση (αν δεν το ακυρώνει επί της ουσίας πλήρως).
ii. Διαταράσσει ένα σύστημα εργασιακών αξιών με τρόπο που απειλεί την ίδια τη δομή του συστήματος το οποίο καλείται να υπηρετεί το δημόσιο αγαθό της Ενημέρωσης.
Πλέον τούτου, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης έχει τονίσει σε πρόσφατη Απόφασή της (2008), ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να έχουν «επαρκείς συμβάσεις εργασίας που παρέχουν επαρκές επίπεδο κοινωνικής προστασίας, ούτως ώστε να μην συμβιβάζονται ως προς την αμεροληψία και ανεξαρτησία τους» και «να μην τίθενται περιορισμοί στην σύσταση σωματείων, όπως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες συμμετέχουν στις συλλογικές διαπραγματεύσεις». [Κοινοβουλευτική Συνέλευση, Απόφαση 1636 (2008), Δείκτες για τα μέσα σε μια δημοκρατία, σημεία 8.11-8.12]
Στην Ελλάδα ο νομοθέτης απείχε συνειδητά σε μεγάλο βαθμό από την ρύθμιση θεμάτων που αφορούν τις δημοσιογραφικές ενώσεις, θεωρώντας αυτές ιδιαίτερη περίπτωση. Τις εξαίρεσε ρητά από το πεδίο εφαρμογής του ν.1264/1982 «Για τον εκδημοκρατισμό του Συνδικαλιστικού Κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων» (άρθρο 1 παρ. 2α), προβλέποντας την εφαρμογή ως προς αυτές μόνο των διατάξεων για το εκλογικό σύστημα, το δικαίωμα κήρυξης απεργίας και κάποια άλλα επιμέρους θέματα που ρυθμίζονται από το νόμο.
Η προτεινόμενη τροπολογία βρίσκεται σε αντιστοιχία με την διαμορφωμένη νομική παράδοση ως προς τις Ενώσεις των δημοσιογράφων και τη συλλογική τους δράση, καθώς και με την απόφαση της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης.
3. Με τη δεύτερη τροπολογία επιδιώκεται η επαναφορά της εξαίρεσης της ΕΡΤ και του ΑΠΕ από τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα (ΔΕΚΟ), η οποία είχε θεσπιστεί με την ΚΥΑ 10078/2006 και η ως εκ τούτου μη εφαρμογή επί των εργαζομένων σε αυτές των κεφαλαίων Β’ και Γ’ ν.4024/2011.
4. Με τρίτη τροπολογία, με την οποία οι φορείς της προηγούμενης τροπολογίας «εξαιρούνται της εφαρμογής της παραγράφου 20 άρθρο 2 ν.3899/2010» επιχειρείται η αποκατάσταση μίας ρύθμισης, η οποία θα οδηγήσει στην απορύθμιση της ΕΡΤ, του ΑΠΕ και των λοιπών φορέων, και τούτο διότι η ΕΡΤ, ο μεγαλύτερος και ιστορικότερος φορέας παραγωγής οπτικοακουστικού περιεχομένου στη χώρα, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλύπτει το σύνολο των γεγονότων, πολιτικών (δραστηριότητες κυβέρνησης, αντιπολίτευσης, πολιτικών κομμάτων), θρησκευτικών (εκκλησία τις Κυριακές, εορτές πολιούχων), αθλητικών (πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, μπάσκετ, στίβο, εθνικές και διεθνείς οργανώσεις), πολιτιστικών εκδηλώσεων (φεστιβάλ, μουσικές παραστάσεις).
Παράλληλα με τα τακτικά υπάρχουν και τα έκτακτα γεγονότα με ιδιαίτερη έμφαση στις δραστηριότητες του Πρωθυπουργού, του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, του Προέδρου της Δημοκρατίας, η κάλυψη των οποίων γίνεται με φορητές μονάδες υποστηριζόμενες από μικρές ευέλικτες ομάδες (φορητά συνεργεία).
Ανάλογα με το μέγεθος της παραγωγής, τα διαθέσιμα μέσα και το προσωπικό για την παραγωγή και μετάδοση πολλαπλασιάζονται (φορητά κινητά links, OB VAN).
Οι μετακινήσεις των ομάδων παραγωγής γίνονται κατά κύριο λόγο εντός Ελλάδος. Σε έκτακτες περιπτώσεις μετακινούνται και στο εξωτερικό για πολιτικά (Σύνοδος Κορυφής), αθλητικά (Ολυμπιακοί Αγώνες, ευρωπαϊκά και παγκόσμια πρωταθλήματα) και άλλα γεγονότα.
Η ΕΡΤ διαθέτει αυτόνομο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο το οποίο εγκαθιστά, επιβλέπει, επισκευάζει και συντηρεί καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου και σε όλη την ελληνική επικράτεια. Διαθέτει 19 κέντρα εκπομπής, αναλογικής και ψηφιακή τηλεόρασης, καθώς και 1150 σημεία εκπομπής αναμετάδοσης τηλεοπτικού σήματος για την κάλυψη μικρότερων πληθυσμιακών ομάδων ανά την επικράτεια. Σε έκτακτα γεγονότα βλαβών μετά από άσχημες καιρικές συνθήκες (κεραυνοί, χιονοπτώσεις) ή βλάβες σε κεραιοσυστήματα, οι ομάδες των τεχνικών καθορίζονται ανάλογα με τη φύση της εργασίας και το είδος της βλάβης. Οι μετακινήσεις αυτές πραγματοποιούνται καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Η ΕΡΤ ΑΕ τη χρονιά που διανύουμε, κλήθηκε και θα κληθεί να απαντήσει θετικά σε πολλαπλές και μείζονες προκλήσεις.
Προκειμένου η εταιρεία να ανταποκριθεί στις επιμέρους ανάγκες παραγωγής, οι οποίες ποικίλουν σύμφωνα με τον ετήσιο σχεδιασμό του ραδιοτηλεοπτικού προγράμματος, το είδος των εκπομπών και τα προς κάλυψη, ανά περίπτωση, τακτικά ή έκτακτα γεγονότα, έχει ανάγκη μετακίνησης ή πρόσθετης απασχόλησης κατά κύριο λόγο ομάδων εργαζομένων, όπως: δημοσιογράφους, τεχνικούς, σκηνοθέτες, παραγωγούς, εικονολήπτες και άλλες καλλιτεχνικές ειδικότητες.