Του Δημήτρη Τσαλαπάτη
Την καλησπέρα μου στα Χανιά, την καλησπέρα μου σε όλους, απλώς, θα μου επιτρέψετε να πω ειδικά, μια θερμή καλησπέρα στους νέους συναδέλφους.
Ξέρετε αυτή την ώρα, στο κέντρο της χώρας, δυστυχώς, υπάρχει κι αυτό, παίζεται το μοιραίο παιχνίδι να τελειώνουμε με τη δημοσιογραφία, να τελειώνουμε με την ενημέρωση, όπως την θέλει ο κόσμος.
Και η πολιτική εξουσία στο κέντρο, όχι στην περιφέρεια, προαναγγέλλει ότι κλείνουν εφημερίδες, κλείνει κανάλια, πετάει στο δρόμο – και αναφέρομαι για το ΜΕGA- πετάει στο δρόμο 420 δημοσιογράφους.
Είναι ένα κανάλι, που παίζει, ενημερώνει – ή ενημέρωνε πριν 18 μήνες -ανεξαρτήτως σε ποιον ανήκει, ποιοι είναι οι ιδιοκτήτες του, που έχουν την ίδια ευθύνη.
Το γεγονός, λοιπόν, ότι συνέπεσε αυτό με την πρόσκληση του αγαπημένου μου φίλου, του Γιάννη Γαρεδάκη, με προβλημάτισε πάρα πολύ, αλλά θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι από χθες είμαι αισιόδοξος. Ξέρετε γιατί;
Δεν είναι μόνο παιδευτικό ζήτημα η υπόθεση να καταγράψεις ένα γεγονός. Πρέπει να το βρεις πρώτα. Αυτό δεν είναι ένα θέμα που μαθαίνεται μόνο στο θρανίο ή είναι μόνο θέμα ταλέντου, πρέπει να το’ χεις στο DNA σου.
Δηλαδή, όταν όλα τα παιδιά εδώ – δεν ξέρω, αν είναι όλα, αλλά όσα βλέπω- βρήκαν τρόπο να ασχοληθούν, να ενοχληθούν – κυριολεκτώ με αυτό και να ενοχλήσουν είναι το σημαντικό.
Όταν διαβάζω κάποια φράση μέσα σ’ ένα κείμενο εδώ μέσα που λένε τα παιδιά – ότι μας δίνουν την εκπαίδευση που θέλει η εκάστοτε κυβέρνηση – αυτό εμπνέει ανησυχία, αυτό είναι κόντρα στην εξουσία.
Όταν υπάρχει άλλο σημείο, όπου τα παιδιά διαπιστώνουν ότι μπορεί να χαθεί ένα σύμβολο, λαϊκό, γιατί όλοι τα έχουμε διαβάσει ή τουλάχιστον όσοι πήραν την εφημερίδα ή σε όσους έπεσε στα χέρια μας αυτό το καταπληκτικό ένθετο των συναδέλφων των Χανιώτικων Νέων. Είναι ζητήματα που απασχολούν την τοπική κοινωνία.
Τώρα θα μου επιτρέψετε να κάνω μια μικρή αναδρομή: Η σημερινή στιγμή ήταν μια στιγμή μέσα σε μια μεγάλη πορεία, που θα συνεχιστεί κι εύχομαι να συνεχιστεί και να γιορτάσουμε και τα 60 και τα 100 χρόνια της εφημερίδας, αλλά μισός αιώνας εφημερίδας μέσα σε όλες αυτές τις αντιξοότητες, σε όλες αυτές τις δυσκολίες …
Δεν έχει κάποιο κόμμα αβανταδόρο ο Γαρεδάκης, ούτε η οικογένειά του.
Δεν έχει κάποιον πολιτικό.
Δεν έχει χορηγό και ξέρετε η υπόθεση της ενημέρωσης δεν χωράει χορηγούς, εκεί είναι άλλη ιστορία. Μόλις βρεις το χορηγό επικοινωνίας, τον χορηγό τάδε ή τον χορηγό τάδε, αρχίζει η μεγάλη προθυμία, και λες «ό, τι πει ο χορηγός, ό, τι πει τ’ αφεντικό» και τέτοια πράγματα.
Θα ήθελα να σας πω ότι πριν από μερικά χρόνια – πάνε δεκαπέντε χρόνια από τότε – η τότε εξουσία, η πολιτική, ήθελε να φτιάξει ένα νόμο για τον περιφερειακό τύπο, όπως λέγανε.
Ορθά κοφτά ο Γαρεδάκης τους έκοψε τον βήχα. Έλεγε ο Γιάννης:
“επαρχιακός τύπος, όχι περιφερειακός, γιατί έχει σχέση με την τοπική κοινωνία, τους πόθους και τις αγωνίες αυτών των ανθρώπων καταγράφουν”.
Και ξεκαθάρισε: “Δεν μπορεί να βγαίνει εφημερίδα χωρίς συντάκτες”. Εκείνος, από την μεριά του εκδότη της εφημερίδας, εγώ από τη μεριά μου εκπροσωπώντας τους εργαζόμενους, συμφωνήσαμε. Και έτσι είναι.
Δεν είναι δυνατόν να βρισκόμαστε στον αστερισμό του copy – paste, κάποιος συμπολίτης σας εδώ το είπε “κόπυ – πάστε” και γελάει ο κόσμος, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία, ούτε σε ένα “non paper” που βγάζει ένα κόμμα, μια κυβέρνηση, μια επιχείρηση ή ένας φορέας.
Γι’ αυτό, ακριβώς, λέω ότι όσα διάβασα, και υπάρχουν κι άλλα που δεν ήρθανε, μπορεί να έρθουν σε μια άλλη φάση, αποδεικνύουν ότι υπάρχει ανησυχία. Υπάρχει η ενόχληση και οι καθηγητές που έφτιαξαν τις ομάδες. Βεβαίως η ομάδα αποδίδει, αλλά είναι και η προσωπική στιγμή του καθενός. Είναι η διαφωνία, είναι το αντί, είναι το κατά, είναι το απέναντι.
Σ’ αυτή τη συνάντηση, λοιπόν, των μαθητών με τα “Χανιώτικα νέα” και την ιστορία τους, αποδεικνύεται ότι η δημοσιογραφία είναι ζόρικο πράγμα, αν είναι δημοσιογραφία και όχι δημοσιογραφία εντός εισαγωγικών.
Το ίδιο και η είδηση, όπως έλεγε ένας παλιός δάσκαλος της δημοσιογραφίας, ο Ανδρέας ο Φραγκιάς.
«Η δημοσιογραφία είναι πολύ ζόρικη υπόθεση. Πρέπει να είσαι αποφασισμένος να θυσιάσεις πράγματα και από τη ζωή σου και από την οικογένειά σου. Πρέπει να δώσεις αγώνα, να βγει η είδηση, μετά να περάσει, γιατί ξέρετε βρισκόμαστε σε μία περίοδο, όπου και η πολιτική εξουσία και το πολιτικό προσωπικό στο σύνολό του αναδιατάσσεται απέναντι στην υπόθεση της ενημέρωσης, θέλουν πιο πολύ επικοινωνία, ο καθένας για πάρτη του, πιο πολύ προπαγάνδα.
Από την άλλη, είναι και τα συμφέροντα, τα επιχειρηματικά, που κάποτε κρυβόντουσαν. Τώρα δεν κρύβονται. Διόλου κρύβονται. Άλλος έχει βαπόρια, άλλος έχει πετρέλαια, άλλος διώκεται.
Έτσι, βγαίνει και κορυφαία πολιτική προσωπικότητα σε κάποιο κανάλι και λέει για το «πόθεν έσχες» αυτών που στήνουν ή έχουν κανάλια η διεκδικούν τηλεοπτικές άδειες:
– «Δεν ψάχνουμε για εκκλησίες, όποιος έχει λεφτά, φτιάχνει κανάλι !..»
Δεν είναι όμως έτσι. Εκεί μέσα την υπόθεση θα τη σώσουν οι δημοσιογράφοι, φαντάζομαι.
Είμαι λίγο ρομαντικός, ξέρετε, αλλά χρειάζεται ένας ρομαντισμός και κάποια αισιοδοξία.
Εκείνο που, τελικά, θέλω να πω είναι ότι στη συνάντηση των νέων συναδέλφων με την ιστορική διαδρομή του Γιάννη και της Ελένης Γαρεδάκη μέσα από τα “Χανιώτικα νέα”, και όλων των συναδέλφων, των γνωστών και φίλων, που υπηρέτησαν αυτό το όραμα γράφεται σε λίγες λέξεις που είδα, καθώς ερχόμουνα, σ’ ένα λεωφορείο, αστικό, της γραμμής, που έγραφε: «Αυτή την εφημερίδα, την γράφουμε όλοι μαζί».
Η δημοσιογραφία των πολιτών, για πρώτη φορά, δεν μπαίνει στον λαβύρινθο, στην παγίδα και στην μαύρη τρύπα του διαδικτύου, αλλά γράφεται σε χαρτί και ξέρετε, το χαρτί μένει και μετράει.
(*) Από την εκδήλωση για τα βραβεία του μαθητικού διαγωνισμού ρεπορτάζ της εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα» 13/01/2017
www.styx.gr