Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 1916. Τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες εκείνης της ημέρας, λινοτύπες κούμπωναν τα μεταλλικά στοιχεία του πρώτου κύριου άρθρου στην πρώτη σελίδα, της πρώτης έκδοσης του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ υπό τον τίτλο: «Η σημαία μας». Ξημερώματα της ίδιας ημέρας ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ έβλεπε το φως στο Βόλο και στη Μαγνησία, μ’ αυτή τη «σημαία» που αποτελούσε την ιδρυτική διακήρυξη της εφημερίδας.
(…) Υψώνομεν ως σημαία μας την αλήθειαν, το δίκαιον, την ευθύτητα. Εξ αυτών θα εμπνεώμεθα και υπέρ αυτών θα αγωνισθώμεν. Ιδού το πρόγραμμά μας. Ιδού αι αρχαί μας. Τοιουτοτρόπως δε εργαζόμενοι έχομεν την ιδέαν ότι, έστω και εις στενώτερον κύκλον, θα προσφέρωμεν κατά τας στιγμάς ιδίας ταύτας, εθνικάς και κοινωνικάς υπηρεσίας εν ευγενεί πάντοτε αμίλλη μετά των άλλων συναδέλφων, ανέφερε τότε, μεταξύ άλλων, το κύριο άρθρο.
Με εκδότη και διευθυντή τον αείμνηστο Αλέξανδρο Μέρο, εκείνη η πρώτη έκδοση έμελλε να είναι η απαρχή μιας μεγάλης ιστορίας. Μιας πολύ μακράς διαδρομής που την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2016 συμπλήρωσε τα 100 της χρόνια από το πρώτο φύλλο.
Μπροστά στις δημοσιογραφικές κόλλες και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές μεταγενέστερα, κάτω από τις πένες και αργότερα τα πληκτρολόγια, πίσω από τη μουτζούρα, τότε, των πιεστηρίων, ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ αφουγκραζόταν τις αγωνίες της κοινωνίας και των ανθρώπων της, κατέγραφε τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες της, τις προκοπές και την εξέλιξή της. Κύλησε ένας αιώνας για την εφημερίδα που αγαπήθηκε από τους αναγνώστες της. Για την εφημερίδα που έδωσε τους δικούς της αγώνες, τασσόμενη δίπλα σε κάθε κοινωνικό αγώνα, στους αγρότες και τους εργαζόμενους.
Στο χαρτί της, το αποτύπωμά τους άφησαν μεγάλες μορφές της δημοσιογραφίας, του πνεύματος, των γραμμάτων και της πολιτικής. Με τις σελίδες της αγκάλιασε εποχές ταραχής και εποχές ανάπτυξης. Κατέγραψε αλλαγές, έκρινε και κρίθηκε, επέκρινε και επικρίθηκε, σχολίασε και σχολιάστηκε, επικρότησε και επικροτήθηκε. Οι τόμοι εκδόσεων ενός αιώνα εμπεριέχουν την ιστορία της πόλης, του νομού, της χώρας. Περικλείουν τη δημοσιογραφική ματιά στα γεγονότα, αλλά κυρίως αναδεικνύουν τη φωνή των αναγνωστών της.
Υπό αντίξοες συνθήκες και άλλοτε ομαλότερες, η εφημερίδα διένυσε 100 χρόνια ζωής από το πρώτο φύλλο της, κάτω από τη σημαία που τότε, το 1916, υψώθηκε από τον Αλ. Μέρο, υπηρετώντας την αλήθεια, προασπίζοντας τα συμφέροντα του λαού και ιδιαίτερα των ασθενέστερων κοινωνικά τάξεων.
(…) Ύστερα από λίγες μέρες (8 Δεκεμβρίου 1916) έβγαινε ο «Ταχυδρόμος» στα τυπογραφεία του Αθαν. Πλατανιώτη, ημίφυλλος και σε περιορισμένο σχήμα και έβγαινε χωρίς χρήματα, χωρίς κύκλο από φίλους, χωρίς υποστήριξι. Οι πρώτοι από της εκδόσεώς του μήνες ήταν απεριγράπτως μαρτυρικοί. Και είναι θαύμα πώς στάθηκε», έγραφε με αφορμή τα γενέθλια του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ ο Αλ. Μέρος το Δεκέμβριο του 1954, περιγράφοντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ίδρυσε την εφημερίδα.
Με κεφάλαιο δεκαπέντε δραχμών και προσωπικό τον ιδρυτή του, τον οποίο βοηθούσε σε όλες τις εργασίες ο ταμιακός τότε υπάλληλος Κώστας Πανταζινάκος, κυκλοφόρησε το πρώτο τετρασέλιδο φύλλο του Ταχυδρόμου, με ύλη όμως εκλεκτή, για να αποτελέσει σημαντικό ορόσημο στα δημοσιογραφικά χρονικά του Βόλου και της Θεσσαλίας γενικότερα. Οι στήλες του περιείχαν χρονογράφημα, ειδήσεις από την κοινωνική και οικονομική ζωή της Θεσσαλίας, σχόλια για την πολιτική επικαιρότητα, μεταφράσεις τεσσάρων «Τραγουδιών» του Πιερ Λουί, την κίνηση της πόλης και πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο με τον τίτλο «Η Σημαία μας», που αποτελεί την ιδρυτική διακήρυξη του Ταχυδρόμου, γράφει στο βιβλίο του (Βόλος 1995, «Αλέξανδρος Μέρος 1980-1964. Ο δημοσιογράφος, ο πολιτικός, ο ιδεολόγος αγωνιστής») ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτρης Ν. Παντελοδήμος.
Αλλά η (παράλληλη με τη δημοσιογραφική) αγροτική και άλλη δραστηριότητα του Μέρου δεν σταματάει εδώ, έγραψε στο «Τυπο-φωτο-γραφικό Πανόραμα του Βόλου», τόμος Α’ 1991, η Νίτσα Κολιού:
Το 1924 ο Μέρος διορίζεται Νομάρχης Άρτας – Πρέβεζας από την επαναστατική Κυβέρνηση Πλαστήρα, με υπουργό Εσωτερικών τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η θητεία του εκεί υπήρξε επιτυχημένη και πρωτοποριακή.
Μετά δύο χρόνια ξαναγύρισε στο Βόλο και εξελέγη αγροτικός βουλευτής. Το 1927 εισηγήθηκε στην κυβέρνηση (υπουργός Γεωργίας ο Παπαναστασίου) και στη συνέχεια στη Βουλή Νομοσχέδιο για τη συγκέντρωση των σιτηρών. Εισηγήθηκε επίσης νομοσχέδιο για την ίδρυση Αγροτικής Τράπεζας, που η κυβέρνηση του Βενιζέλου αποδέχθηκε.
Επί τρεις δεκαετίες μετά ο Αλέκος Μέρος αφοσιώθηκε περισσότερο στον «Ταχυδρόμο» και στον Αγροτισμό πάντα και σε άλλους κοινωνικούς και εθνικούς αγώνες. Μεσολάβησαν χρόνια άσχημα (Δικτατορία Μεταξά, πόλεμος, Κατοχή, εμφύλιος), αλλά ο Μέρος οδηγούσε προσεκτικά το πλοίο – εφημερίδα από τις Συμπληγάδες και πάντα το διέσωζε, χωρίς εννοείται να προκαλεί και να προδίδει το αναγνωστικό κοινό. Στην Κατοχή είχε συλληφθεί δυο φορές, μια από τους Ιταλούς και μια από τους Γερμανούς, αλλά γλίτωσε τα χειρότερα. Ιδιαίτερα σοφή και κατευναστική, αλλά και επικερδής για τον «Ταχυδρόμο», αποδείχθηκε η πολιτική του κατά τα χρόνια του Εμφυλίου (1945 – 49). Οι άδικα δοκιμαζόμενοι πολίτες εύρισκαν ένα μικρό καταφύγιο και μια στάλα συμπόνια στην εφημερίδα αυτή και ο Μέρος έδειχνε πάντα πρόθυμος συμπαραστάτης.
Στη δεκαετία του ’50 και συγκεκριμένα μετά τους καταστρεπτικούς για τον Βόλο σεισμούς το 1955, ο Μέρος χωρίς να απομακρυνθεί από τις παλιές του φροντίδες για τον Αγροτισμό και τα νυκτερινά σχολεία, πρωτοστατεί για την ίδρυση του Γηροκομείου Βόλου, στο οποίο διετέλεσε και πρόεδρος, καθώς και για την ίδρυση Λέσχης Εργαζομένου Κοριτσιού.
Το 1958 εκλέγεται βουλευτής και μία από τις απλοχεριές του κατά τη διάρκεια της θητείας ήταν να διαθέτει τη βουλευτική του αποζημίωση για μικροέργα στα χωριά της περιοχής, καινοτομία που δεν βρήκε ποτέ μιμητή από οποιονδήποτε πλουσιότερο συνάδελφό του. Φυσικά δεν ξέχασε ποτέ το χωριουδάκι του στην Ευρυτανία, το Χρύσου, και πάντα το ενίσχυε με κάθε τρόπο. Φρόντισε μάλιστα και κτίστηκε εκεί με δαπάνες ένας διώροφος ξενώνας.
Το 1963 ξαναεκλέγεται βουλευτής με την Ένωση Κέντρου, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο κατά τις εκλογές του Φεβρουάριου 1964. Τον ίδιο χρόνο, στις 7 Οκτωβρίου, αφήνει την τελευταία του πνοή.
Μετά το θάνατό του, η εφημερίδα περνά στην ιδιοκτησία των δύο ανιψιών του, του Θανάση και Αλέκου Πώποτα.
Το 2005 η εφημερίδα εισέρχεται σε μια νέα εποχή, με εκδότη τον Γιώργο Αλ. Πώποτα. Προχωρά σε μία νέα περίοδο, η οποία χαρακτηρίζεται από βήματα προόδου και ανόδου, συμβαδίζοντας απόλυτα στα δεδομένα του καινούργιου αιώνα, της νέας χιλιετίας. Η εφημερίδα εκσυγχρονίζεται και σε συνδυασμό με την ηλεκτρονική της έκδοση taxydromos.gr, το πρώτο από τα περιφερειακά ενημερωτικά site, συνεχίζει αταλάντευτα στις ίδιες αρχές: να μάχεται για την αλήθεια, να είναι κοντά στον άνθρωπο.
Από την ίδρυσή του, από τον αείμνηστο Αλ. Μέρο, έως σήμερα ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ιδιοκτησιακά ανήκει στα μέλη της ίδιας οικογένειας. Μία από τις ελάχιστες ελληνικές εφημερίδες που μετά από 100 χρόνια συνεχίζει την οικογενειακή ιστορία.