Τα Διοικητικά Συμβούλια της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας και των Ενώσεων Συντακτών της Ελλάδας (ΠΟΕΣΥ, ΕΣΗΕΑ, ΕΣΗΕΜΘ, ΕΣΗΕΠΗΝ, ΕΣΗΕΘΣΤΕ-Ε και ΕΣΠΗΤ) απέστειλαν σήμερα επιστολή προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Χρήστο Σταϊκούρα, τον Υφυπουργό Οικονομικών κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη και τον Υφυπουργό παρά τον Πρωθυπουργό κ. Στυλιανό Πέτσα με τις παρατηρήσεις τους στα όσα αναφέρονται στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου ως κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, που δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ τα ξημερώματα του Σαββάτου 21 Μαρτίου 2020.
Το πλήρες κείμενο της επιστολής είναι το εξής:
«Αξιότιμοι κ.κ.
Τα Διοικητικά Συμβούλια της Ομοσπονδίας και των Ενώσεων Συντακτών της Ελλάδας (ΠΟΕΣΥ, ΕΣΗΕΑ, ΕΣΗΕΜΘ, ΕΣΗΕΠΗΝ, ΕΣΗΕΘΣΤΕ-Ε και ΕΣΠΗΤ) παρακολουθούν με έκδηλη ανησυχία τα όσα αναφέρονται στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου ως κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, που δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ τα ξημερώματα του Σαββάτου 21 Μαρτίου 2020.
Μέτρα που ελλοχεύουν τον κίνδυνο να οδηγήσουν σε σειρά σκληρών αντεργατικών ρυθμίσεων, που ακόμη και στην περίοδο της δεκαετούς οικονομικής κρίσης, δεν υιοθετήθηκαν.
Είναι γεγονός ότι όλες οι Ενώσεις Συντακτών είχαν ζητήσει να συμπεριληφθούν στα μέτρα στήριξης τα ΜΜΕ και οι εργαζόμενοι σε αυτά, καθώς δοκιμάζονται από την κρίση που έχει προκληθεί εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού.
Τα συγκεκριμένα μέτρα, όμως, δίνουν τη δυνατότητα στους εργοδότες να φαλκιδεύσουν περαιτέρω τις εργασιακές σχέσεις με τους δημοσιογράφους που απασχολούν, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν τις συνέπειες της πανδημίας χωρίς οι επιχειρήσεις Τύπου να καταβάλουν το δικό τους μερίδιο.
Ήδη, καταγγέλλουμε συγκεκριμένους εργοδότες, οι οποίοι αξιοποιούν τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν προκειμένου να μετατρέψουν την κρίση σε ευκαιρία για τους ίδιους. Ορισμένοι εκ των εργοδοτών χρωστούν ήδη δεδουλευμένα σε εργαζόμενους και εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία.
Ως εκ τούτων και με βάση τα όσα κατά καιρούς είχαν δει το φως της δημοσιότητας και πριν την κρίση, δεν μας αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού.
Προς επίρρωση όλων των παραπάνω, που επικαλούμαστε έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
Α) Στο άρθρο 9, δίνεται η δυνατότητα λειτουργίας ενός ΜΜΕ με προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας για έξι μήνες. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί για έξι μήνες ένα ΜΜΕ να υποαπασχολήσει ένα μέρος του προσωπικού του υπό τον όρο ότι όλοι θα απασχολούνται για δύο τουλάχιστον εβδομάδες το μήνα και θα αμείβονται αναλόγως. Δεδομένης της πρωτοφανούς κρίσης που καλείται να καλύψει η ενημέρωση είναι περισσότερο από αναγκαίο να μην ισχύσει η ρύθμιση αυτή για τα ήδη υποστελεχωμένα ΜΜΕ τα οποία από τη φύση του έργου που επιτελούν είναι υποχρεωμένα να λειτουργούν με πρωτοφανείς εντατικούς ρυθμούς .
Β) Στο άρθρο 10 παρ.1 (μετακίνηση προσωπικού εντός του ιδίου ομίλου ως γενικό μέτρο),δεν υπάρχει ρητή αναφορά για πόσο χρονικό διάστημα θα μπορεί να διαρκέσει αυτή η μετακίνηση.
Γ) Στο άρθρο 11 παρ. 2 .Α .γ (αναστολή συμβάσεων εργασίας), η υποχρέωση διατήρησης των θέσεων εργασίας, ισχύει για ισόχρονο διάστημα μετά την λήξη της αναστολής. Πιστεύουμε ότι το χρονικό διάστημα προστασίας των θέσεων εργασίας στον νευραλγικό χώρο των Μ.Μ.Ε. θα πρέπει να διευρυνθεί σε τουλάχιστον ένα χρόνο.
Δ) Δεν υπάρχει πρόβλεψη για τον τρόπο που θα πληρωθούν οι μισθοί ή οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων για το διάστημα που η εφημερίδα (ημερήσια έως 15 ημέρες και εβδομαδιαία έως 4 εκδόσεις) διακόψει την έκδοσή της, ούτε παραπέμπει σε κάποιο από τα άλλα άρθρα ως ρύθμιση, δηλαδή, αν θα αναστέλλονται οι συμβάσεις εργασίας τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 .
Τέλος, ελπίζουμε ότι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα είναι έκτακτης ανάγκης και δεν θα γίνουν στο μέλλον αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και της εργασίας μας. Όσοι θεωρήσουν ότι τα μέτρα μπορούν να εφαρμοστούν και την επόμενη ημέρα, να γνωρίζουν ότι θα μας βρουν απέναντί τους.»