Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της Κομισιόν με την οποία είχε απαγορεύσει στην Ισπανία να ενισχύσει με κρατικά κονδύλια τους παρόχους δικτύου για την ψηφιακή κάλυψη όλης της χώρας σε ποσοστό πληθυσμού ως 96% για τα ιδιωτικά δίκτυα και 98% για τα δημόσια. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στο οποίο προσέφυγαν κατά της Κομισιόν οι αυτόνομες περιοχές των Βάσκων, της Γαλικίας και της Καταλονίας, έκρινε πως η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ακύρωνε την κρατική ενίσχυση δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη.
Η υπόθεση ξεκίνησε από το 2005, όταν οι ισπανικές αρχές θέσπισαν σειρά μέτρων με σκοπό τη μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση. Με δεδομένη την υποχρέωση ψηφιακής κάλυψης πληθυσμού κατά 96% για τα ιδιωτικά δίκτυα και 98% για τα δημόσια, η Ισπανία χορήγησε δημόσια χρηματοδότηση για την κάλυψη των δύσκολων γεωμορφικά περιοχών και των λιγότερο αστικοποιημένων περιοχών. Από το 2008 ως και το 2009 καταβλήθηκαν σχεδόν 163 εκατ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό και περίπου 60 εκατ. ευρώ από τους προϋπολογισμούς των αυτόνομων κοινοτήτων. Επίσης, οι ΟΤΑ χρηματοδότησαν με 3,5 εκατ. ευρώ περίπου την επέκταση πομπών και αναμεταδοτών στις περιοχές τους. Από το 2009 ως και το 2011 η δημόσια χρηματοδότηση ανήλθε σε 32,7 εκατ. ευρώ.
Κατά των αποφάσεων αυτών προσέφυγε στην Κομισιόν τον Ιούνιο του 2013 η SES Astra, υποστηρίζοντας πως παραβιάζεται η ισότιμη μεταχείριση των δικτύων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκανε δεκτή την προσφυγή και διέταξε την επιστροφή όλων των κρατικών ενισχύσεων. Η Ισπανία προσέφυγε το 2015 στο Γενικό Δικαστήριο, το οποίο όμως απέρριψε την προσφυγή, επικυρώνοντας την απόφαση της Κομισιόν. Το 2016 η Ισπανία και οι αυτόνομες περιοχές προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στο οποίο κρίθηκε οριστικά η υπόθεση της δημόσιας ενίσχυσης σε δίκτυα μεταφοράς ψηφιακού σήματος για την κάλυψη απομακρυσμένων περιοχών. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με την απόφασή του (Δεκέμβριος 2017) αποδέχεται πως το Δίκαιο της Ένωσης απαγορεύει τις επιλεκτικές ενισχύσεις. Ωστόσο η όποια απόφαση οφείλει να είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Κρίνει ότι «η δημόσια ενίσχυση προς όφελος ενός μόνο τομέα δραστηριοτήτων ή μέρος των επιχειρήσεων αυτών δεν είναι κατ’ ανάγκην επιλεκτικού χαρακτήρα».