Ανακοίνωση
Η σοβαρή καταγγελία του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη για την παρακολούθηση του κινητού του τηλεφώνου από την ΕΥΠ για «λόγους εθνικής ασφαλείας», με την λειτουργία ενός υπερσύγχρονου λογισμικού, προστίθεται στην ατέλειωτη λίστα παρόμοιων περιστατικών που έρχονται στο φως της δημοσιότητας και επιβεβαιώνουν ότι η παρακολούθηση και η καταγραφή προσωπικών δεδομένων, αποτελούν καθημερινό φαινόμενο. Η υπόθεση αφήνει εντελώς έκθετη την κυβέρνηση, πολύ περισσότερο που η ΕΥΠ υπάγεται άμεσα στην αρμοδιότητα του πρωθυπουργού.
Αυτές οι πρακτικές παρακολούθησης είναι κρίκος στην αλυσίδα των αντιδραστικών νόμων, μέτρων περιστολής των δικαιωμάτων και λαϊκών ελευθεριών, κατευθύνσεων της ΕΕ, που διαρκώς «εμπλουτίζονται» και υλοποιούν διαχρονικά όλες οι αστικές κυβερνήσεις, διαμορφώνοντας έναν πολυπλόκαμο μηχανισμό χαφιεδισμού και φακελώματος.
Είναι πλέον πασίγνωστο ότι γιγαντιαία δίκτυα καταγραφής προσωπικών δεδομένων και παρακολούθησης, έχουν στηθεί από τα αστικά κράτη σε συνεργασία με τα μονοπώλια των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής και τις κρατικές υπηρεσίες πληροφοριών, έτοιμα για κάθε χρήση ενάντια στους λαούς.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα έχει διαφημιστεί δεόντως από πέρσι, το υπερσύγχρονο σύστημα φακελώματος και υποκλοπών που έχει προμηθευτεί η ΕΥΠ, το οποίο, όπως έχει άλλωστε δημοσιευτεί στα ΜΜΕ, έχει ήδη τεθεί σε λειτουργία.
Το σύστημα αυτό έχει δυνατότητα άμεσης καταγραφής και απομαγνητοφώνησης
συνομιλιών, αλλά και αυτόματης χαρτογράφησης οργανώσεων και των διασυνδέσεων ύποπτων ιδιωτών, σχεδόν προτού ακόμα ολοκληρωθούν οι συνομιλίες τους.
Ακόμα έχει δυνατότητα παρακολούθησης υπερδιπλάσιου αριθμού «στόχων» σε σχέση με το προηγούμενο σύστημα, όπως και όλων των τηλεφωνικών επαφών ή των δεδομένων ίντερνετ, μέσω και του δικτύου 5G. Επιπλέον, έχει τη δυνατότητα καταγραφής συνομιλιών εκατοντάδων ψηφιακών τηλεφώνων σταθερής τηλεφωνίας, κ.ά.
Ο εκσυγχρονισμός του συστήματος παρακολούθησης της ΕΥΠ συνδυάστηκε και με τη νομοθετική ρύθμιση (άρθρο 87 Ν. 4790/2021) της κυβέρνησης της ΝΔ τον Μάρτη του 2021, με την οποία άλλαξε προς το χειρότερο, τον ήδη αντιδραστικό νόμο για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, ώστε η ΕΥΠ να μπορεί πλέον να παρακολουθεί χιλιάδες πολίτες, επικαλούμενη την εθνική ασφάλεια, χωρίς όμως στο εξής εκείνοι να έχουν το δικαίωμα να το μάθουν, ακόμα και αν καταθέσουν επίσημο αίτημα στην ΑΔΑΕ.
Γι αυτό και δεν εκπλήσσει η στάση της ΑΔΑΕ, η οποία σύμφωνα με τις καταγγελίες του δημοσιογράφου, η …«Ανεξάρτητη Αρχή» χωρίς να διερευνήσει τα στοιχεία που της προσκόμισε αποφάνθηκε ότι δεν εντόπισε κανένα πρόβλημα.
Τα περιστατικά που δημοσιοποιούνται, όπως όλα δείχνουν, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, ενώ τα περισσότερα από αυτά στη συνέχεια “κουκουλώνονται”, με άμεση ευθύνη των κυβερνήσεων, του ΣΥΡΙΖΑ πριν και τώρα της ΝΔ. Επίσης δεν έχουν αποκαλυφθεί και τιμωρηθεί οι υπαίτιοι.
Παρόλα αυτά και ενώ τα στοιχεία και τα δημοσιεύματα βοούν, η πλειοψηφία (ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ) της διοίκησης της ΕΣΗΕΑ, εμφανίζεται να «πέφτει από τα σύννεφα» και να διαμαρτύρεται ότι αυτά δεν μπορούν να συμβαίνουν σε ένα «ευνομούμενο κράτος», πως η παρακολούθηση δημοσιογράφων συνιστά ζήτημα λειτουργίας της δημοκρατίας και του «κράτους δικαίου» και ότι «ο εντοπισμός ενόχων αποκτά ύψιστη αξία για την προάσπιση των ατομικών δικαιωμάτων, του δημοσιογραφικού απορρήτου και εν τέλει της ανεξαρτησίας της δημοσιογραφικής έρευνας».
Οι αναφορές της συνιστούν καθαρά ένα μέσο ξεπλύματος των μέχρι τώρα κυβερνήσεων και των ευθυνών τους, των επιχειρηματικών ομίλων που έχουν στα χέρια τους τα ΜΜΕ, του αστικού κράτους και των μηχανισμών του, που διαρκώς εκσυγχρονίζονται για την παρακολούθηση του «εχθρού λαού», την ποινικοποίηση και καταστολή των εργατικών, λαϊκών αγώνων.
Η στάση αυτής της πλειοψηφίας βέβαια δεν εκπλήσσει. Απορρέει από το ρόλο
της ως εργοδοτικού, κυβερνητικού συνδικαλισμού που υπονομεύει τα συμφέροντα των εργαζομένων στα ΜΜΕ και κάθε ψήγμα αγωνιστικής διάθεσης, με στόχο να τους στοιχίζει πίσω από τα συμφέροντα των αφεντικών, των πολιτικών τους εκπροσώπων και τους κράτους τους.
Απαιτούμε την διερεύνηση των καταγγελιών του δημοσιογράφου. Να γίνει παρέμβαση στη βουλή, ώστε όλα τα κόμματα να πάρουν θέση για τις παρακολουθήσεις και το φακέλωμα του λαού. Να αποσυρθεί τώρα το άρθρο 87 του Ν. 4790/2021.
Οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ δεν πρέπει να συμβιβαστούν με αυτήν την πολιτική, αλλά ούτε και με τα κάθε φορά προσχήματα που αξιοποιούνται για την επιβολή της, να συντονίσουν με όλους τους εργαζόμενους της χώρας και στις προμετωπίδες των αγώνων τους να βάλουν την υπεράσπιση των λαϊκών, εργατικών δικαιωμάτων κι ελευθεριών.