Πιο πλούσιο γίνεται από σήμερα το Ιστορικό Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ, καθώς περνάει στα χέρια του ένα σημαντικό ιστορικό κειμήλιο, το χειροκίνητο τυπογραφικό πιεστήριο που χρησιμοποιούσε ο Φώτης Αγγουλές στη Χίο και το οποίο βρισκόταν στο κατάστημα της ALPHA BANK του νησιού. Το εν λόγω κειμήλιο παραχωρήθηκε, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ΚΚΕ, έπειτα από αίτημα που έκανε η Κεντρική Επιτροπή στην τράπεζα και θα πάρει τη θέση του στη μόνιμη έκθεση ιστορικών ντοκουμέντων της ΚΕ.
Μάλιστα στο πιεστήριο υπάρχει ακόμα ανάγλυφη η μήτρα με το ποίημα του Φ. Αγγουλέ:
“Μην καρτεράτε να λυγίσουμε μήτε για μια στιγμή
μηδ’ όσο στην κακοκαιριά λυγάει το κυπαρίσσι
έχουμε τη ζωή πολύ πάρα πολύ αγαπήσει”.
ΤΟ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΧΕΙΡΟΚΙΝΗΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΤΗ ΧΙΟ
ΓΝΩΣΤΟ ΩΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΦΩΤΗ ΑΓΓΟΥΛΕ
Το παράνομο χειροκίνητο τυπογραφικό πιεστήριο, γνωστό ως το τυπογραφικό πιεστήριο του Φώτη Αγγουλέ, είναι ένα κειμήλιο μεγάλης ιστορικής σημασίας, το οποίο συνδέεται με κορυφαίες στιγμές της δράσης του ΚΚΕ και του κινήματος, στη χώρα και στο νησί της Χίου, κατά την περίοδο 1946 -1949.
Η δημιουργία αυτού του παράνομου τυπογραφείου έγινε με απόφαση της Περιφερειακής Επιτροπής Χίου του ΚΚΕ, σε συνθήκες απαγόρευσης και σκληρής τρομοκρατίας, προκειμένου να συνεχίσει να φτάνει στο λαό της Χίου η φωνή του ΚΚΕ και του διωκόμενου κινήματος, με τη συνέχιση της έκδοσης της εφημερίδας “ΕΜΠΡΟΣ” (όργανο της Περιφερειακής Επιτροπής Χίου του ΚΚΕ), του εντύπου “ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΣ” (όργανο των κομμάτων του ΕΑΜ), καθώς και το τύπωμα προκηρύξεων .
Μετά την απελευθέρωση της Χίου από τους Γερμανούς, το “ΕΜΠΡΟΣ” και ο “ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΣ” διακινούσαν χιλιάδες φύλλα στο νησί και ένας από τους πρώτους στόχους της αστικής εξουσίας ήταν η παρεμπόδιση και η φίμωσή τους .
Η πρώτη οργανωμένη και καταδρομική επίθεση τραμπούκων στο τυπογραφείο, πραγματοποιήθηκε τον Απρίλη του 1945, όπου προκάλεσαν την ολική καταστροφή του. Ήταν η περίοδος όπου κλιμάκωναν την κρατική τρομοκρατία κατά των κομμουνιστών και των αγωνιστών του ΕΑΜ, με ξυλοδαρμούς, συλλήψεις και φυλακίσεις κ.α.
Στη συνέχεια, οι επιθέσεις και τα μέτρα σε βάρος αυτών των εντύπων, του Κόμματος και του ΕΑΜ, έγιναν πιο συχνές και πιο απροκάλυπτες. Χαρακτηριστικό είναι ότι η χωροφυλακή, με γελοίες προφάσεις, έβαζε συνεχώς υπέρογκα πρόστιμα στο “ΕΜΠΡΟΣ” και τον “ΠΡΩΤΟΠΟΡΟ”, ενώ τους υπεύθυνους για την έκδοσή τους τους συνελάμβαναν και τους φυλάκιζαν, με αστήρικτες κατηγορίες, τον έναν μετά τον άλλο.
Η τελευταία επίθεση της χωροφυλακής, στο νόμιμο τυπογραφείο τους, έγινε στις 14 Νοέμβρη του 1947, για να ακολουθήσει σε λίγες μέρες, στις 28 Νοέμβρη, η επίσημη απαγόρευση έκδοσης του «ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΥ». Το “ΕΜΠΡΟΣ” το είχαν ήδη απαγορεύσει .
Η μεταφορά του παράνομου χειροκίνητου τυπογραφείου και των στοιχείων έγινε από την περιοχή Κάμπος. Το μετέφεραν αντάρτες του Βροντάδο, με επικεφαλής τον Επονίτη Σκούφαλο Παντελή. Το εγκατέστησαν σε μία Φουντάνα, δηλαδή, εγκιβωτισμένη δεξαμενή νερού, στα θεμέλια σπιτιού, στην περιοχή Παντελάκη – Βροντάδου.
Το σπίτι ανήκε στην οικογένεια Ζαννή Αθηναίου, η οποία αψηφώντας τους μεγάλους κινδύνους, στήριζε το δίκαιο αγώνα του ΚΚΕ και του ΔΣΕ και είχε αναλάβει την τροφοδοσία των δύο παράνομων τυπογράφων με τα απαραίτητα στοιχεία και υλικά.
Τη λειτουργία του την ανέλαβαν οι κομμουνιστές Μιχάλης Βαττάκης, φιλόλογος – δημοσιογράφος που είχε γεννηθεί το 1913, στο χωριό Θολοποτάμι, και ο τυπογράφος – ποιητής Φώτης Αγγουλές (Χονδρουδάκης) που είχε γεννηθεί το 1911, στο Τσεσμέ της Μ. Ασίας.
Επί 5 μήνες και κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, μέσα στο κρύο και την υγρασία, τύπωναν τις παράνομες εφημερίδες και τροφοδοτούσαν με διαφωτιστικό υλικό τον αγωνιζόμενο λαό. Οι κρατικοί μηχανισμοί είχαν λυσσάξει και επιχειρούσαν με όλα τα μέσα να βρουν και να εξολοθρεύσουν την “πηγή” της ανυπότακτης φωνής και ενημέρωσης.
Αυτό το κατόρθωσαν στις 30 Μαρτίου 1948 και εφόσον είχαν συλληφθεί ή εξοντωθεί οι τελευταίοι αντάρτες και ενώ είχαν φυλακιστεί εκατοντάδες μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, καθώς και άλλοι αγωνιστές του ΕΑΜικού κινήματος και από τη Μ. Ανατολή.
Ήταν τόσο μεγάλη η ανακούφιση των διωκτικών αρχών για την ανακάλυψη του παράνομου τυπογραφείου και τη σύλληψη των λειτουργών του, όπου οι πανηγυρισμοί και το ξέχειλο μίσος τους καταγράφονται στον Τύπο της εποχής, με παχυλούς τίτλους και αναλυτικά ρεπορτάζ.
Ο Μ. Βαττάκης και ο Φώτης Αγγουλές δικάστηκαν στο έκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών μαζί με ακόμα 73 Χιώτες αντάρτες του ΔΣΕ. Και οι δυο έμειναν όρθιοι ως το τέλος. Αρνήθηκαν να υπογράψουν δήλωση μετάνοιας.
Ο Μ. Βαττάκης εκτελέστηκε μαζί με άλλα 10 παλικάρια, από τη Χίο, στις 20 Αυγούστου του 1948, στο Γουδί.
Ο Φ. Αγγουλές οδηγήθηκε για χρόνια σε φυλακές – κάτεργα και τόπους εξορίας και εξόντωσης, οποίος με τη στάση και την ποίησή του κατέδειξε ότι ένα από τα στοιχεία του κομμουνιστή είναι να μένει αλύγιστος μπρος στην βαναυσότητα της καπιταλιστικής εξουσίας και τις σκληρές δοκιμασίες της ταξικής πάλης.
Το παράνομο χειροκίνητο τυπογραφικό πιεστήριο το πήρε η Αστυνομική Διεύθυνση Χίου, όπου το χρησιμοποίησε ως πειστήριο στη δίκη. Στη συνέχεια παραδόθηκε σε τυπογραφείο της πόλης για την αξιοποίησή του. Σε αυτό το τυπογραφείο δούλεψε ως μισθωτός και ο Φ. Αγγουλές όταν αποφυλακίστηκε.
Ύστερα από καιρό βρέθηκε σε αποθήκη, την οποία είχε κατασχέσει η τράπεζα Αlpha Βank. Αυτό το ιστορικό κειμήλιο το αναγνώρισε και το διέσωσε ο Παναγιώτης Καλαμπόκης, ο τότε Διευθυντής της Τράπεζας στη Χίο, ο οποίος το διέσωσε και το τοποθέτησε σε προθήκη στο κεντρικό κατάστημα της Λεωφ. Αιγαίου, μαζί με άλλα ιστορικά αντικείμενα και έργα.