Του Θανάση Γεωργακόπουλου, υποψήφιου για το ΔΣ της ΕΡΤ
Αποφάσισα να υποβάλω υποψηφιότητα, παρά τις επιφυλάξεις μου για τη διαδικασία και παρότι η εμπειρία από την εφαρμογή του θεσμού στο παρελθόν δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική.
Το αποφάσισα επιδιώκοντας να κινηθώ με βάση τις αρχές και τις αξίες που υπηρέτησα είτε από θέσεις ευθύνης -δύο φορές- είτε ως απλός εργαζόμενος της εταιρείας, καθώς και με όσα υποστήριζα στις δημοσιογραφικές συνελεύσεις του 2011-2013. Γνωρίζω πως αυτές οι αρχές, οι αξίες και οι θέσεις δεν είναι μειοψηφικές. Τις συμμερίζονται πολλοί, παρότι δεν είναι «θορυβώδεις». Αυτό επέβαλε την υποψηφιότητά μου, αυτούς επιθυμώ να εκπροσωπήσω κατά τη διαδικασία εκλογής αντιπροσώπων.
Θεωρώ πως ο ρόλος των εκπροσώπων των εργαζομένων στο Δ.Σ. δεν είναι να προωθούν τη «συνδιοίκηση», η οποία αποτέλεσε μήτρα πολλών προβλημάτων αλλά και διαστρέβλωσης του ρόλου του συνδικαλιστικού κινήματος. Ο ρόλος τους δεν είναι, επίσης, ν’ αποτελούν –«έρημοι κι απρόσωποι»- ιμάντα μεταβίβασης κομματικών ή, εν γένει, εξωγενών και αλλότριων γραμμών και επιδιώξεων.
Θεωρώ πως, ιδιαίτερα στην εποχή της παρατεταμένης κρίσης που βιώνουμε, οι εκπρόσωποι έχουν καθήκον να μεταφέρουν τις ιδέες, τις διαθέσεις, τα προβλήματα, τις αγωνίες, τους φόβους των εργαζομένων και, ταυτόχρονα να ελέγχουν τις αποφάσεις που προωθεί η Διοίκηση. Πρέπει, όμως, να το κάνουν στο πλαίσιο μιας δικής τους οπτικής και άποψης για το παρόν και το μέλλον της εταιρείας και όχι αποσπασματικά, μηχανιστικά και αμυντικά.
Αυτή τη δική μου οπτική και άποψη, λοιπόν, καταθέτω:
Πιστεύω σε μια ΕΡΤ ανεξάρτητη. Το βάρος του προπατορικού αμαρτήματος, της δημιουργίας, δηλαδή, της ραδιοφωνίας επί Μεταξά και της τηλεόρασης επί χούντας, η ΕΡΤ δεν το έχει αποτινάξει. Κι αυτό κοστίζει αφάνταστα σε επίπεδο αξιοπιστίας. Υπήρξαν, βέβαια, φωτεινά διαλείμματα τα οποία, ως επί το πλείστον, οφείλονταν σε δημιουργικούς ανθρώπους που είχαν το κύρος και την «τρέλα» να υπερβούν τα εσκαμμένα. Προς τα τέλη της δεκαετίας του ΄90 διαπιστώθηκε μια χαλάρωση του «ομφάλιου λώρου». Αυτό, όμως, δεν αποτυπώθηκε σε ένα νέο δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο. Κι όταν αυτό συνέβη, έγινε εξ ανάγκης, μετά το απεχθές «μαύρο», το οποίο μαζί με το γενικότερο πολιτικό κλίμα και ατυχείς επιλογές συμπαρέσυρε τελικά και το θεσμικό πλαίσιο. Έπειτα, με το νέο νόμο επανασύστασης της ΕΡΤ αλλά και, κυρίως, την ακολουθούμενη πρακτική επέστρεψε το καθεστώς ασφυκτικής εξάρτησης.
Η ανεξαρτησία (όπως και η εξάρτηση) της ΕΡΤ αφορά πρωτίστως τους δημοσιογράφους. Δυστυχώς, όμως, η διεκδίκησή της δεν έχει αποτελέσει κορυφαία διεκδίκηση των δημοσιογραφικών ενώσεων και ημών των δημοσιογράφων της ΕΡΤ. Ήρθε η ώρα να κατοχυρωθεί σε ένα νέο, δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο και στην πράξη πως η ΕΡΤ είναι «ιδιοκτησία» των πολιτών αυτής της χώρας και όχι της εκάστοτε κυβέρνησης. Αυτή πρέπει να είναι κορυφαία διεκδίκηση όλων.
Πιστεύω σε μια ΕΡΤ αξιοκρατική. Η πελατειακή λογική της αξιοποίησης και της ανάδειξης των «δικών μας παιδιών» από τους εκάστοτε κυβερνώντες είναι γνωστή και στην ΕΡΤ. Με τα χρόνια η εφαρμογή αυτής της πρακτικής μετριάσθηκε. Δεν δημιουργήθηκαν, όμως, θεσμικές-ασφαλιστικές δικλείδες που θα καθιερώνουν σταθερά τις αξιοκρατικές διαδικασίες, με αποτέλεσμα να είναι ευχερής η παλινδρόμηση. Αυτό συνέβη και το τελευταίο διάστημα, όταν η πρακτική αυτή επέστρεψε δριμύτερη στο όνομα, μάλιστα, μιας διχαστικής ή και ρεβανσιστικής λογικής, η οποία διαιρεί τους εργαζόμενους σε «αμνούς και ερίφια».
Η καθιέρωση αξιοκρατικών διαδικασιών, μαζί και της ετήσιας αξιολόγησης όλων των προϊσταμένων και από τους εργαζόμενους της μονάδας τους, θα οδηγούσε, συνάμα, σε μια έκρηξη δημιουργικότητας στην ΕΡΤ, καθώς οι ικανότητες όλων των εργαζομένων απελευθερώνονται, όταν βλέπουν ότι «ανταμείβεται» η αξιοσύνη.
Πιστεύω σε μια ΕΡΤ «γυάλινη». Αυτό σημαίνει διαφάνεια παντού και για τους πάντες, με όπλο το Διαδίκτυο. Όλοι οι πολίτες της χώρας πρέπει να μπορούν να …βλέπουν τι συμβαίνει στο εσωτερικό της. Πώς χρησιμοποιούνται τα χρήματά τους, πώς ανατίθενται οι θέσεις ευθύνης και τα προγράμματα. Και να μπορούν να παρεμβαίνουν με αξιολόγηση -μέσω Διαδικτύου- των εκπεμπομένων προγραμμάτων. Επίσης, όλοι εμείς οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα πρόσβασης παντού, ώστε να μπορούμε να κρίνουμε με βάση τα πραγματικά -διοικητικά και οικονομικά- στοιχεία την πορεία της εταιρείας.
Μια ΕΡΤ «γυάλινη» δεν σημαίνει, όμως, αδιαπέραστη και …αεροστεγής. Άλλωστε, η ΕΡΤ δεν είναι ούτε δική μας -των εργαζομένων της- «ιδιοκτησία». Δεν φτιάχτηκε για μας αλλά για να έχουν οι πολίτες αυτής της χώρας αξιόπιστη ενημέρωση και ποιοτική ψυχαγωγία. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να είναι διαρκώς ανοιχτή σε ό,τι καλύτερο υπάρχει στον ευρύτερο οπτικοακουστικό χώρο, μακριά, όμως, από γνωστές λογικές εξυπηρέτησης πελατειακών δικτύων, κομματικών φίλων ή πάσης φύσεως «κολλητών». Αυτό σημαίνει πως η διαφάνεια πρέπει να κυριαρχεί και στις συνεργασίες της με πρόσωπα και θεσμούς του οπτικοακουστικού χώρου, με ανοιχτές και δημόσιες προσκλήσεις ενδιαφέροντος, με επιτροπές κρίσης από έγκυρα και άξια πρόσωπα κ.ο.κ.
Πιστεύω σε μια ΕΡΤ «μέτρο σύγκρισης» και σημείο αναφοράς για το σύνολο του ραδιοτηλεοπτικού χώρου, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό σημαίνει πως δεν πρέπει να ακολουθεί το συρμό αλλά να είναι διαφορετική και να παράγει σε όλους τους τομείς ποιοτικό έργο, το οποίο θα θέτει τα στάνταρτς για το χώρο και θα την καθιστά ανταγωνιστική. Η διαφοροποίηση ανάμεσα σε ποιότητα και «εμπορικότητα» είναι άλλοθι οκνηρών, καθώς μια ΕΡΤ αξιόπιστη λόγω ανεξαρτησίας, αξιοκρατικής στελέχωσης και διαφανούς λειτουργίας έχει τη δυνατότητα να «γυρίσει το παιγνίδι» σε επίπεδο απήχησης στο κοινό και να κατακτήσει την πρωτοκαθεδρία, ιδιαίτερα σε καιρούς κρίσης. Υπήρξαν, άλλωστε, κατά καιρούς τέτοια δείγματα, ακόμα κι αν δεν είχαν συνέχεια. Η απελευθέρωση της δημιουργικότητας όλων μας, με τα βήματα που περιγράφηκαν παραπάνω, μπορεί να καταστήσει αυτά τα δείγματα μια σταθερή, μόνιμη και εφ’ όλου του παραγόμενου έργου κατάσταση.
Πιστεύω σε μια ΕΡΤ «φιλική» προς τους εργαζόμενούς της. Είναι φυσικό, όποιος υπόσχεται σε καιρούς κρίσης μια ΕΡΤ νησίδα και με …παραδείσιες συνθήκες, απλώς να «μαυρογιαλουρίζει». Η κρίση, όμως, δεν μπορεί να είναι άλλοθι, ώστε να μην αντιμετωπίζονται συγκεκριμένα και σχετικά «απλά» θέματα (Κ.Υ.Α., ζητήματα μισθολογίου, αναγνώριση προϋπηρεσίας κ.ο.κ.). Επιπλέον, πρέπει να αντιμετωπισθεί ως ευκαιρία, ώστε να βρεθούν καινούριοι τρόποι που θα βοηθούν –χωρίς ιδιαίτερο κόστος για την εταιρεία- τους εργαζόμενούς της. Για παράδειγμα, η ΕΡΤ θα μπορούσε αρκετά εύκολα να δημιουργήσει εντός της εταιρείας παιδικό σταθμό, στον οποίο θα φιλοξενούνται παιδιά των εργαζομένων, απαλλάσσοντάς μας από οικονομικές επιβαρύνσεις και μετακινήσεις. Θα μπορούσε, επίσης, να υπάρχει υπηρεσία «φύλαξης» και δημιουργικής απασχόλησης και για μεγαλύτερες ηλικίες παιδιών, με ανάλογα οφέλη για εμάς τους εργαζόμενους. Η ΕΡΤ πρέπει, επίσης, να επενδύει στο προσωπικό της. Έτσι, πρέπει να εγκαινιασθεί -για όλες τις ειδικότητες- η ετήσια επανεκπαίδευσή μας και η εκμάθηση νέων μεθόδων και τεχνικών.
Ανάλογα παραδείγματα μπορούν να υπάρξουν πολλά, αρκεί, βέβαια, να υπάρξει απομάκρυνση από την παλιά και καταδικασμένη λογική «φιλικής αντιμετώπισης» σε «μερίδες ημετέρων» και να αντικατασταθεί από ένα σύγχρονο και ευφάνταστο πνεύμα από την πλευρά των συνδικαλιστικών μας φορέων και ανάλογη διάθεση από την πλευρά της διοίκησης της εταιρείας.
Αυτή είναι, συνοπτικά, η άποψή μου για το παρόν και το μέλλον της ΕΡΤ. Ίσως, βέβαια, τα προηγούμενα να μην είναι συνηθισμένα σε «προεκλογική διακήρυξη» ενός υποψηφίου ως εκπροσώπου των εργαζομένων στο Δ.Σ. της ΕΡΤ. Πιστεύω, όμως, πως ανταποκρίνονται σε όσα περιέγραψα εισαγωγικά ως περιεχόμενο του ρόλου των εκπροσώπων. Και, επίσης, πιστεύω πως μια ΕΡΤ, όπως αυτή που περιέγραψα, θα κάνει όλους όσοι εργαζόμαστε σε αυτήν, υπερήφανους.
Ούτως ή άλλως θα τα ξαναπούμε.
Συναδελφικά
Θανάσης Γεωργακόπουλος